Ιερά Μονή Κοίμησης Θεοτόκου Βυτουμά
Η Ι.Μονή βρίσκεται βορειοδυτικά των Τρικάλων, στην επαρχία Καλαμπάκας και δίπλα στην κοινότητα Βυτουμά σε υψόμετρο 540 μέτρων σε ένα τοπίο καταπράσινο, που αφθονούν τα νερά και η πλούσια βλάστηση.
Σύμφωνα με τις πηγές ιδρύθηκε το 1161 με έξοδα του Κωνσταντίνου Ταρχανιώτη και της συζύγου του Ζωής. Από τη μονή αυτή σήμερα σώζεται μόνο το καθολικό και ένα παρεκκλήσιο, γύρω από τα οποία έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια μια μονή με καινούργια κτίρια. Στον υπ΄αρίθμ. 141 κώδικα της Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (Μεγάλο Μετέωρο) που είναι αντίγραφο του 17ου αιώνα , υπάρχει αναφορά στην μονή του Βυτουμά που ισχυροποιεί την άποψη ότι κτίστηκε τον 12ο αιώνα. Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε επισημάνσεις , αναφερόμενοι σε ενθύμηση του ΙΖ΄ αιών που μιλούν ότι η μονή κτίστηκε το έτος 1161 «εξοικί(ων) αναλωμάτων κόπων Κωνσταντίνου του ταρχανιότου κ(αι) Ζωής της συμβίου αυτού και ανιδρύθηκε – ανιστορίθηκε το 1600». Το καθολικό της μονής είναι τρίκλιτη βασιλική με υπερυψωμένο το μεσαίο κλίτος ενώ ο ζωγραφικός διάκοσμος , το ξυλόγλυπτο τέμπλο και οι δεσποτικές εικόνες είναι έργα του γνωστού αγιογράφου «ΔΡΟΣΙΝΟΥ» από το Φανάρι Καρδίτσας καταγόμενου.
Εισερχόμενος κανείς στον περίβολο της μονής νοτίως της πύλης συναντά το αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου παρεκκλήσιο διαστάσεων 5 Χ 5 που κτίστηκε το 1559 στην κτητορική επιγραφή του οποίου αναφέρεται ως «ΠΡΟΠΥΛΑΙΟΝ» :
«Ανηγέρθη κ(αι) ιστορήθη το παρόν «ΠΡΟΠΥΛΑΙΟΝ» της σεβάσμιας κ(και) θεί(ας) μονής της Υπερ/αγίας Δεσποίνης ημ(ών) Θ(εοτό)κου κ(αι) αειπαρθένου Μαρίας . ήτοι της κοιμήσεως . δια συνδρο/μής . κόπου τέ κ(αι) εξόδου τ(ων) ιερέων κ(αι) γερόντων . εν τη παρούση κόμη /βητομά . αρχιερατεύοντος του πανϊερωτάτου κ(αι) αφετός ημ(ών) μ(ητ)ροπολίτου της αγιω/τάτης μ(ητ)ροπόλεως Λαρίσσης , κυρού Νεοφύτου δια χειρός Νεκταρίου (μον)αχού / κ(αι) του κεινού λαού εν έτει Ζ, Ξ Ζ ιν(δικτιω)νος Βης» (7067-5508=1559).
Το παρεκκλήσιο στην κτητορική του επιγραφή αναφέρεται ως "προπύλαιον" διαβατικό στη μονή αλλά σύμφωνα με νεότερες μελέτες χρησιμοποιήθηκε από την αρχή ως παρεκκλήσιο. Πρόκειται για ένα μικρό μονόχωρο ναό που καλύπτεται με φουρνικό (ασπίδα) και είναι κατάγραφος με τοιχογραφίες που φιλοτέχνησε το 1559 ο αρχιμανδρίτης Νεκτάριος.
Ο Ναός είναι όλος αγιογραφημένος, με έξοχες τοιχογραφίες.
Οι περισσότερες διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση. Το τέμπλο πού υπήρχε άλλοτε, σήμερα δεν σώζεται, το κατέστρεψε η φθορά του χρόνου ενώ αρκετές μικρές εικόνες του, της σειράς των αποστολικών και τα ωραιότατα βημόθυρα φυλάσσονται στο Μουσείο τής Ιερής Μητροπόλεως Τρίκκης και Σταγών.
Επίσης στον κύριο ναό υπάρχει άλλη κτητορική επιγραφή που μεταξύ άλλων αναφέρει ότι ανεγέρθη και ιστορίθη το έτος 1600 επί Μητροπολίτου Λαρίσης Διονυσίου.
Πίσω από το ιερό βήμα του καθολικού βρίσκεται η σπηλιά όπου σύμφωνα με τον θρύλο βρέθηκε η πολλές φορές χαμένη εικόνα της Παναγίας της Καλαμπακιώτισσας προς τιμή της οποίας κτίστηκε και η μονή λαμβάνοντας τα εν λόγω συμβάντα ως μήνυμα της Παναγιάς.
Δίπλα στο καθολικό της κοιμήσεως Θεοτόκου προστέθηκαν δύο ακόμα παρεκκλήσια αφιερωμένα το ένα στους αγίους Ευφημία και Αλέξιο και το άλλο στους αγίους, Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο και Δημήτριο μυροβλύτη, ενώ εκτός περιβόλου μονής υπάρχουν και τα παρεκκλήσια της Ζωοδόχου Πηγής και Αγίας Τριάδος.
Εδώ , υπάρχει και ο τάφος του Μητροπολίτη «Τρίκκης και Σταγών» (1907 - 1970) κυρού Διονυσίου ο οποίος στα χρόνια της διακονίας του στήριξε την μονή γι΄ αυτό και η επιθυμία του ήταν να ενταφιαστεί εδώ. Στις 16 Σεπτεμβρίου του 2005 επισκέφθηκε την Ιερά Μονή ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος και φύτεψε στον περίβολο μία φλαμουριά.
Ο Χριστόδουλος αγαπούσε ιδιαίτερα τα μοναστήρια των Μετεώρων αφού εκεί είχε ζήσει τα πρώτα χρόνια ως μοναχός και ως διάκος και τα επισκεπτόταν τακτικά. Σε περιόδους που στο Μοναστήρι δεν υπήρχαν μοναχοί και χρειαζόταν κάποιος να το επιτηρεί και να το φροντίζει, κατά καιρούς, ήταν Μετόχι ανδρώων, Ιερών Μονών της περιφερείας του Νομού Τρικάλων, όπως τελευταία της Ιεράς Μονής Γκούρας Πύλης.
Στην Μονή, το έτος 1952 εγκαταστάθηκε, γυναικεία πενταμελή μοναχική αδελφότητα που προέρχονταν από την περιφέρεια της Ιερής Μητροπόλεως Πατρών.
Παρέλαβαν ένα μοναστήρι υπό διάλυση για να ξεκινήσει έκτοτε μια πορεία ανοικοδόμησης και άνθησης η ακμή της οποίας χρονικά προσδιορίζεται στο δεύτερο μισό του 1960 και 1970 καθώς τότε λειτουργούσε σχολή κοπτικής - ραπτικής, χειροτεχνίας και υφαντών, τριετούς φοίτησης με οικοτροφείο για τις σπουδάστριες.
Σήμερα στην Μονή εγκαταβιούν 12 μοναχές με Ηγουμένη, την μοναχή Παρθενία και έχουν επιδείξει πλούσιο πνευματικό κοινωνικό και κτητορικό έργο.