Σκηνή 1η: Ναός: Ανακοίνωση του δυσάρεστου γεγονότος
Δεκέμβριος 1958. Στο Πευκοχώρι, ένα ορεινό χωριό στα προάστια της Θεσσαλονίκης, οι κάτοικοί του προετοιμάζονται για τη γιορτή των Χριστουγέννων. Παραμονή της μεγάλης γιορτής κι αμέσως μετά τη θεία λειτουργία ο παπά-Νικόλας, ιερέας του χωριού, μαζεύει τα παιδιά στο ναό και τους λέει λίγα λόγια για την εικόνα της Γεννήσεως. Η εικόνα αυτή έχει μεταφερθεί στα χρόνια της προσφυγιάς από τη Μ. Ασία. Μία πολύ παλιά, βυζαντινή και θαυματουργική εικόνα με μοναδική σημασία για τους κατοίκους, αφού είναι ένα από τα ιερότερα κειμήλια που σώθηκαν, όταν ξεριζώθηκαν από τη Μ. Ασία. Ακολουθεί μια συνάντηση του ιερέα με τον αστυφύλακα του χωριού στην οποία ο ιερέας του ανακοινώνει την κλοπή της συγκεκριμένης εικόνας μέσα από το ναό.


Σκηνή 2η: Καφενείο: Οι εξουσίες του χωριού για την κλοπή
Την υπόθεση αναλαμβάνει να διαλευκάνει ο αστυφύλακας με την βοήθεια του προέδρου. Στο καφενείο του Γιώργη συναντιούνται ο αστυφύλακας με τον πρόεδρο, τον ιερέα, το δάσκαλο και το γιατρό ώστε να οργανώσουν, όντες οι αρχές του χωριού, τις περαιτέρω ενέργειές τους στο θέμα της κλοπής


Σκηνή 3η: Τμήμα: Μεσημέρι ανακρίσεων
Ο αστυφύλακας ξεκινά μια σειρά ανακρίσεων στους κατοίκους του χωριού. Σε μία επικοινωνία με το δήμαρχο της πόλης, ο αστυφύλακας αρχίζει να υποψιάζεται τον κλέπτη. Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων του όμως ανακαλύπτει και τη δυσαρέσκεια των κατοίκων του χωριού στο πρόσωπό του και το φόβο που νιώθουν κατά τις συναντήσεις τους.


Σκηνή 4η: Τμήμα: Η ανακάλυψη της αλήθειας
Ο δάσκαλος με τα παιδιά ψάλλουν τα κάλαντα στο αστυνομικό τμήμα. Ο αστυφύλακας στη συνέχεια συναντά τον πρόεδρο. Το κουβάρι του μυστηρίου αρχίζει να ξετυλίγεται.


Σκηνή 5η: Ναός: Η επιστροφή της εικόνας
Μέσα στο ναό, πριν τη θεία λειτουργία, επιστρέφεται η εικόνα της Γεννήσεως στη θέση της με τον πρόεδρο μετανοημένο και τον αστυφύλακα με τον ιερέα να κρατούν ισόβιο μυστικό το λάθος του προέδρου. Κανείς δεν θα μάθει ποτέ την αλήθεια εκτός από αυτούς τους τρεις. Μετά τη χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία ο ιερέας του χωριού απευθύνει δυο λόγια στους συγχωριανούς του.
3
ΡΟΛΟΣ ΟΝΟΜΑ ΣΚΗΝΕΣ ΠΡΟΣΩΠΑ
1. Αστυφύλακας (Λεωνίδας) 1,2,3,4,5 _____
2. Πρόεδρος (Ζαφείρης) 2,4,5 _____
3. Παπάς (π. Νικόλας) 1,2,5 _____
4. Δάσκαλος (κ. Σταύρος) 2,4,5 _____
5. Γιατρός (Αντώνης) 2,5 _____
6. Φούρναρης (Θανάσης) 3,5 _____
7. Γαλατάς (Λάμπρος) 3,5 _____
8. Ψάλτης (Δημήτρης) 3,5 _____
9. Καντηλανάφτης (Ανδρέας) 1,3,5 _____
10. Δήμαρχος πόλης (Κοσμάς) 3 _____
11. Καφετζής (Γιώργης) 2,5 _____
12. Υπάλληλος (Στέργιος) 3,5 _____
13. Παιδί 1ο (Κωστάκης) 1,3,4,5 _____
14. Παιδί 2ο (Γρηγοράκης) 1,4,5 _____
15. Παιδί 3ο (Γιωργάκης) 1,4,5 _____
16. Παιδί 4ο (Χρηστάκης) 1,4,5 _____
Σενάριο: _____
Σκηνοθεσία: _____
Μουσική: _____
Τεχνική υποστήριξη: ______
4
ΣΚΗΝΗ 1η: ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ


ΠΡΟΣΩΠΑ: Αστυφύλακας, π. Νικόλας, Ανδρέας, Κωστάκης, Γρηγοράκης, Γιωργάκης, Χρηστάκης
Αστυφύλακας: Την ευχή σου πάτερ.
π. Νικόλας: Του Κυρίου παιδί μου. Χαίρομαι που σε βλέπω.
Αστυφύλακας: Και εγώ πάτερ μου χαίρομαι. Τι κάνεις; Πως είσαι; Σαν να έχω καιρό να σε δω. Πέρασε το κρυολόγημά σου;
π. Νικόλας: Ναι τέκνο μου. Καλά είμαι τώρα. Συνέβη όμως κάτι δυσάρεστο, το οποίο πρέπει να γνωρίζεις και για το οποίο θα ήθελα τη βοήθεια σου.
Αστυφύλακας: Γνωρίζω ότι έχεις κατηχητικό τώρα με τα παιδιά. Θα ήθελες να περάσω αργότερα όταν τελειώσεις να μιλήσουμε;
π. Νικόλας: Αν σε βόλευε παιδί μου θα με διευκόλυνες και εμένα αρκετά.
Αστυφύλακας: Βεβαίως πάτερ. Θα πεταχτώ μέχρι το τμήμα να τακτοποιήσω κάποια θέματα με τον Στέργιο, το βοηθό μου, και θα περάσω σε λίγο να τα πούμε.
π. Νικόλας: Σε ευχαριστώ πολύ. Θα σε δω αργότερα λοιπόν. κ. Ανδρέα που να είναι ο νεοκώρος τόση ώρα;
Ανδρέας: Εδώ είμαι γέροντα, καθάριζα την αυλή. Βρήκα κι αυτό το ματωμένο καρφί από πέταλο αλόγου. Παραλίγο να το πατήσω.
π. Νικόλας: Άλλο και τούτο. Άλογο στην αυλή της εκκλησίας, τέτοια ώρα; Σύρε τώρα να φέρεις σε παρακαλώ μέσα από το σκευοφυλάκιο την εόρτιο εικόνα μας, την μεγάλη εικόνα της Γεννήσεως.
Ανδρέας: Τι τη θελεις από τώρα την εικόνα πάτερ;
π. Νικόλας: Να τη δείξω στα παιδιά τώρα στο κατηχητικό και να τους εξηγήσω μερικά από τα μεγάλα μυστήρια που κρύβει.
Ανδρέας: Σας τη φέρνω αμέσως πάτερ.
π. Νικόλας: (Ψάλλει) Η γέννησις Σου Χριστέ ο Θεός ημών ανέτειλε τω κόσμω το φως το της γνώσεως. Εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες υπό αστέρος εδιδάσκοντο...
Ανδρέας: Παπά-Νικόλα, παπά-Νικόλα.
5
π. Νικόλας: Τι έγινε τέκνο μου;
Ανδρέας: Γέροντα... Η κλειδαριά του σκευοφυλακίου είναι σπασμένη και η εικόνα δεν είναι στη θέση της.
π. Νικόλας: Τι είναι αυτά που λες;
Ανδρέας: Κάποιος έχει κλέψει την ιστορική εικόνα του χωριού μας.
π. Νικόλας: Κύριε ελέησον. Τι πειρασμός είναι τούτος; Έτσι λοιπόν εξηγείται και η σπασμένη κλειδαριά του ναού.
Ανδρέας: Δεν ξέρω γέροντα τι να πω. Τι θα κάνουμε τώρα;
π. Νικόλας: Μην πεις σε κανένα τίποτε, μέχρι να μας φωτίσει ο Θεός τι πρέπει να πράξουμε. Μόνο σύρε να δεις μην έχει πουθενά αλλού σημάδια από αίμα, μήπως και βρεις τα χνάρια του αλόγου. Πρώτα όμως τρέχα από το παρεκκλήσι μας να φέρεις την άλλη εικόνα της Γεννήσεως, τη μικρή.
Ανδρέας: Αμέσως γέροντα. Τρέχω.
π. Νικόλας: Να πας στην ευχή του Θεού. Σε ευχαριστώ και σήμερα που διακόνησες το Χριστό μας. (Έπειτα στρέφεται προς την αυλή και φωνάζει) Κωνσταντίνε, Γεώργιε, Χρήστο, ελάτε παιδιά, καθίστε να ξεκινήσουμε το μάθημά μας. (Αφού κάνουν το σταυρό τους) Αύριο γιορτάζουμε ένα πολύ μεγάλο γεγο-νός για την ανθρωπότητα. Πες μας Κωστάκη ποιο είναι αυτό το γεγονός.
Κωστάκης: Η Γέννηση του Χριστού.
π. Νικόλας: Πολύ σωστά. Όμως καλά μου παιδιά, θέλω να σας ρωτήσω. Τη γέννηση του Χριστού όπως μας είπε ο Κωνσταντίνος, πως τη γιορτάζουμε; Πως πανηγυρίζουμε εμείς οι χριστιανοί αυτή τη μεγάλη επίσκεψη του Θεού στους ανθρώπους; Για πες μας Γρηγόρη.
Γρηγοράκης: Οι χριστιανοί νηστεύουμε σαράντα μέρες εξομολογούμαστε και προετοι-μαζόμαστε να κοινωνήσουμε τα Χριστούγεννα.
π. Νικόλας: Μπράβο Γρηγόριε. Και χαίρομαι πολύ που εξομολογηθήκατε όλα τα παιδιά φέτος. Αλλά μόνο αυτό; Σκέφτεται κανείς κάτι άλλο; Για να σε ακούσουμε Γεώργιε.
Γιωργάκης: Εκτός από το να νηστεύουμε και να εξομολογηθούμε είναι μια καλή ευκαιρία να κάνουμε καλές πράξεις.
π. Νικόλας: Για πες μας μερικές καλές πράξεις.
Γιωργάκης: Να βοηθούμε τους φτωχούς η τους ανήμπορους συγχωριανούς μας και να τους δείχνουμε αγάπη αληθινή.
6
π. Νικόλας: Πολύ σωστά παιδιά. Ξέρουμε όλοι ότι ο σωστός χριστιανός ευεργετεί το συνάνθρωπό του όλο το χρόνο. Αλλά όπως μας είπε και ο φίλος μας ο Γεώργιος αυτές οι μέρες μας δίνουν την ευκαιρία να κάνουμε περισσότερα έργα αγάπης. Όπως είπαμε αύριο είναι Χριστούγεννα. Και το χωριό μας πανηγυρίζει. Κάθε χρόνο βγάζουμε την εικόνα της Γεννήσεως από το σκευοφυλάκιο, για να τη προσκυνήσουμε όλοι οι πιστοί. Είναι η εικόνα που έφεραν πριν περίπου σαράντα χρόνια οι παππούδες μας από τη Μ. Ασία. Τι σας έχει πει ο δάσκαλός σας για αυτήν την εικόνα; Πες μας Χρήστο.
Χρηστάκης: Ο δάσκαλος μας μας είχε πει ότι οι προπαππούδες μας είχαν έλθει από τα αγιασμένα χώματα της Μικράς Ασίας και εγκαταστάθηκαν στο σημερινό χωριό μας, το Πευκοχώρι. Και σ’ αυτό το μικρό χωριό έχτισαν μια εκκλησούλα, της Γεννήσεως του Κυρίου.
π. Νικόλας: Για την εικόνα τι σας έχει πει; Θυμάστε;
Χρηστάκης: Την είχαν φέρει από την Μικρά Ασία. Είναι μια εικόνα θαυματουργική, που είχε κάνει πολλά καλά στους προγόνους μας.
Γρηγοράκης: Και μάλιστα την έφεραν οι παππούδες μας κρυφά, με κίνδυνο της ζωής τους.
π. Νικόλας: Μπράβο παιδιά. Πολύ καλά την ξέρετε την ιστορία της εικόνας μας.
Γιωργάκης: Στην αρχή την είχαν βάλει στο παρεκκλήσι του Τιμίου Προδρόμου. Λίγα χρόνια αργότερα ο π. Σεραφείμ έχτισε το ναό της Γεννήσεως και εκεί φύλαγε την εικόνα μέσα στο ναό.
π. Νικόλας: Ναι αλλά για ποιο λόγο καλά μου παιδιά, την ευλαβείται τόσο πολύ το χωριό μας; Το γνωρίζετε αυτό;
Κωστάκης: Γιατί ο Παντοδύναμος Θεός την προστάτεψε από τη φωτιά που είχαν βάλει οι Τούρκοι το 1912 στο ναό του Τιμίου Προδρόμου. Και προστάτευσε τους προπαππούδες μας την περίοδο της προσφυγιάς.
Γρηγοράκης: Και έσωσε όλους τους πρόσφυγες που ήρθαν από τη Μικρασία, και κράτησε ενωμένο όλο το χωριό όταν ήρθαν εδώ στο Πευκοχώρι.
π. Νικόλας: Έτσι παιδιά. Αυτή είναι με λίγα λόγια η ιστορία της εικόνας που βγάζουμε μια φορά το χρόνο για να την προσκυνήσουν οι πιστοί. Ο κ. Ανδρέας ο καντηλανάφτης φέρνει όπου να ‘ναι τη μικρή εικόνα από το παρεκκλησάκι μας για να μπορείτε να την πιάσετε στα χέρια σας και να τη γυρίσετε σε όλο το χωριό όταν θα λέτε τα κάλαντα. Α, να 'τος ο κ. Ανδρέας.
7
Ανδρέας: (του λέει ιδιαιτέρως) Γέροντα, στη δημοσιά κάτω στο παρεκκλήσι βρήκα ένα παρατημένο άλογο με ματωμένο το ένα του πόδι και κάτω πεσμένο αυτόν το σουγιά.
π. Νικόλας: Δος το σε μένα παιδί μου και όπως είπαμε ε; Τσιμουδιά σε κανένα.
Ανδρέας: Ναι γέροντα. Σας χαιρετώ εγώ. Την ευχή σας.
π. Νικόλας: Λοιπόν παιδιά αυτή είναι η μικρή εικόνα που έχουμε στο παρεκκλησάκι μας. Δεν είναι η μεγάλη που θα βγάλουμε αύριο. Αλλά είναι ακριβές αντί-γραφό της, πολύ μικρότερο βέβαια στο μέγεθος. Εδώ λοιπόν είναι το θείο βρέφος που βρίσκεται στη μέση της εικόνας, σπαργανωμένο. Η Παναγία Μητέρα του στέκεται δίπλα του και με δέος προσεύχεται για το μονάκριβο παιδί της. Βλέπετε πόσο σκοτεινή είναι η σπηλιά;
Γρηγοράκης: Γιατί πάτερ είναι τόσο σκοτεινή η σπηλιά;
π. Νικόλας: Μπορείτε να σκεφτείτε εσείς γιατί;
Χρηστάκης: Μήπως επειδή ήταν βράδυ όταν γέννησε;
π. Νικόλας: Καλά, κι αυτό δεν είναι λάθος. Ούτως η άλλως δεν είχαν φώτα εκείνη την εποχή. Όμως ο αγιογράφος παρουσιάζει σκοτεινό το σπήλαιο για να δείξει τον κόσμο, που ήταν βυθισμένος στην αμαρτία. Μέσα στο σπήλαιο εικονίζονται, επίσης, ένα μοσχαράκι κι ένα γαϊδουράκι όπως είχε πει ο προφήτης Ησαΐας: «έγνω βους τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του Κυρίου αυτών. Ισραήλ δε με ουκ έγνω», δηλαδή το βόδι και το γαϊδούρι αναγνώρισαν αμέσως τον Ιησού Χριστό ως το Δημιουργό τους, ενώ ο εκλεκτός του λαός, ο Ισραήλ δεν τον αναγνώρισε.
Γιωργάκης: Πάτερ, οι άγγελοι που δείχνει εδώ η εικόνα τι συμβολίζουν;
π. Νικόλας: Οι άγγελοι, είναι οι πρώτοι μάρτυρες και αγγελιαφόροι της Γέννησης.
Χρηστάκης: Και οι μάγοι και οι βοσκοί;
π. Νικόλας: Οι μάγοι και οι βοσκοί είναι αντιπρόσωποι του ανθρωπίνου γένους, που καλούνται να προσκυνήσουν τον Χριστό μας. Οι βοσκοί εκπροσωπούν τον εκλεκτό λαό του Θεού. Κλήθηκαν από τους αγγέλους, για να προσκυνή-σουν τον Δημιουργό της Κτίσεως και άκουσαν αυτοί πρώτοι την πιο χαρ-μόσυνη αγγελία, ότι γεννήθηκε ο σωτήρας του κόσμου. Οι Μάγοι που έρχονται να προσκυνήσουν το Χριστό από πολύ μακριά, εκπροσωπούν τους ειδωλολάτρες που περίμεναν κι αυτοί το Λυτρωτή τους.
Κωστάκης: Ο Ιωσήφ γιατί φαίνεται, πάτερ, τόσο σκεπτικός;
8
π. Νικόλας: Ο Ιωσήφ ήταν ο προστάτης της Παναγίας μας. Η εικόνα τον παρουσιάζει θλιμμένο, να βασανίζεται από τις κακές σκέψεις που του βάζει ένας γέρος βοσκός· απορεί: «πως μπόρεσε να συλλάβει η μνηστή του, Μαριάμ, τον Υιό του Θεού;» Όπως βλέπετε επίσης το πρόσωπό της Παναγίας μας είναι στραμμένο προς τον Ιωσήφ και δείχνει μια βαθιά έκφραση κατανόησης και λύπης.
Γρηγοράκης: Πρώτη φορά κατάλαβα τι συμβόλιζαν όλα αυτά τα πρόσωπα στην χριστουγεννιάτικη εικόνα. Τόσο καιρό δεν το ήξερα.
Κωστάκης: Ούτε εγώ ήξερα τι σήμαιναν. Αύριο επομένως που θα έρθουμε στην εκκλη-σία και θα προσκυνήσουμε και την μεγάλη ιερή εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού μας, θα ζήσουμε και εμείς μαζί με τους ποιμένες και τους αγγέλους εκείνη την άγια νύχτα μες την καρδιά μας.
Γιωργάκης: Πές παππούλη όλη την ιστορία των Χριστουγέννων. Πόσο μ αρέσει να την ακούω κάθε χρόνο.
π. Νικόλας: Να σας την πω παιδιά μου... Ο Ιωσήφ με την Παναγία μας, παιδιά μου, νύχτα έφτασε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, οδοιπορώντας τέσσερις μέρες, από τη Ναζαρέτ!
Κωστάκης: Γιατί έκαναν ένα τόσο κουραστικό ταξίδι πάτερ ;
π. Νικόλας: Για να απογραφούν, καθένας στον τόπο της καταγωγής του.
Γρηγοράκης: Πήγαν κι άλλοι πολλοί στη Βηθλεέμ να απογραφούν;
π. Νικόλας: Μαζεύτηκε, παιδιά μου, κόσμος πολύς και στη μικρή Βηθλεέμ! Τριγυρνούσαν οι ξένοι στους δρόμους κι έψαχναν πανδοχεία και σπίτια να νοικιάσουν δωμάτια όσο - όσο.
Γιωργάκης: Ο Ιωσήφ και η Παναγία μας γιατί δεν πήγαν σε κάποιο πανδοχείο να μείνουν πάτερ ;
π. Νικόλας: Πήγαν, έψαξαν, μα τα βρήκαν όλα γεμάτα! Καμμιά πόρτα δεν άνοιξε γι αυτούς!
Χρηστάκης: Γιατί δεν τους άνοιξε κανείς;
π. Νικόλας: Δεν έδειχναν, βλέπετε, και πλούσιοι, για να τους προτιμήσουν! Κλειστές οι καρδιές, παγωμένες για τον Βασιλιά τους!...
Κωστάκης: Και μετά τι έγινε; Πως βρήκαν τόπο να μείνουνε;
π. Νικόλας: Κάποια στιγμή λίγο πιο έξω από τη Βηθλεέμ βρήκαν μια σπηλιά, ένα στά-βλο! Γεμάτο, βρωμιά, υγρασία, σκοτάδι, κοπριά, ζώα!... Και γεννήθηκε, παιδιά μου, μέσα στο στάβλο εκείνη τη νύχτα ο Χριστός μας! Μεσα στο
9
παχνί με τ άχυρα του ’στρωσε η Παναγία μας! Κι εκείνο το παχνί, λούσθη-κε στο φως απ’ το θείο Βρέφος! Τα ζώα ξύπνησαν ήμερα και άρχισαν να ζεσταίνουν με τα χνώτα τους τον Χριστό μας.
Κωστάκης: Καλά πάτερ , από την Βηθλεέμ δεν πήγε κανείς στη σπηλιά να τον προσκυνήσει;
π. Νικόλας: Κανείς, παιδιά μου, δεν είχε πάρει είδηση! Δεν ήταν άξιος εκείνος ο κόσμος να δει το μέγα θαύμα!
Γρηγοράκης: Οι βοσκοί όμως; ... Γιατί αυτοί είδαν το θαύμα;
π. Νικόλας: Αυτοί, παιδιά μου, ήταν απλοί άνθρωποι και περίμεναν με λαχτάρα τον ερχομό του Μεσσία! Τις προφητείες γι Αυτόν τις είχαν ακούσει πολλές φορές. Καπου κοντά στο σπήλαιο της φάτνης έξω στις πλαγιές έβοσκαν τα κοπάδια τους. Κι έπαιζαν γλυκά στη φλογέρα τους τους προφητικούς ψαλμούς του Δαβίδ.
Γιωργάκης: Γι’ αυτό, πάτερ , μόνον αυτοί είδαν τους Αγγέλους;
π. Νικόλας: Γι’ αυτό παιδιά μου. Μέσα στο βαθύ σκοτάδι της νύκτας, μια λάμψη ουράνια φάνηκε ξαφνικά! Άγγελος φωτεινός άστραψε στα μάτια τους! Φοβήθηκαν πολύ, τρόμαξαν κι έπεσαν κάτω στη γη μπροστά στον Άγγελο!
Κωστάκης: Τόσο πολύ φοβήθηκαν;
π. Νικόλας: Βέβαια. Γι’ αυτό και ο άγγελος τους καθησύχασε. —Μη φοβάσθε! τους είπε! Σας φέρνω είδηση μεγάλης χαράς! Γεννήθηκε σήμερα για σας ο Σωτήρας που περιμένατε! Στην πόλη του Δαβίδ!
Χρηστάκης: Και μετά τι έγινε;
π. Νικόλας: Μετά άλλο θέαμα ουράνιο είδαν μπροστά τους! Αμέτρητοι Άγγελοι ανέβαιναν και κατέβαιναν από τον ουρανό κι έψαλλαν «Δοξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη»!... Μόλις τελειώσε η αστραφτερή αυτή οπτασία, οι βοσκοί χωρίς καθυστέρηση πήραν τα φτωχικά τους δώρα από τη στάνη, άφησαν τα πρόβατα κι έτρεξαν προς τη Βηθλεέμ! Εκεί μέσα στη σπηλιά, γονατιστοί έσκυψαν και προσκύνησαν το θείο παιδί!
Κωστάκης: Έτσι και μεις αύριο παππούλη, στην εκκλησία θα προσκυνήσουμε τον μικρό Χριστούλη.
π. Νικόλας: Ναί παιδιά μου. Άντε τώρα να πάτε να ετοιμαστείτε για τα κάλαντά σας. Να γίνετε και εσείς σαν τους αγγέλους, μικροί άγγελοι και να αναγγείλετε μαζί τους το χαρμόσυνο μήνυμα της Γεννήσεως του Χριστού.
Παιδιά: Την ευχή σας πάτερ.
10
π. Νικόλας: Του Κυρίου παιδάκια μου. Να πάτε στο καλό. (μονολογεί προσευχόμενος). Χριστέ μου, τι είναι αυτό το κακό που βρήκε το χωριό μας; Πως θα γιορτάσουμε Χριστούγεννα με τέτοιο πειρασμό; Τι πόλεμος και ταραχή θα ξεσπάσει ανάμεσα στους χωριανούς! Πως θα κοινωνήσουμε αύριο με ειρήνη στην καρδιά μας; Φέρε την εικόνα πίσω στο χωριό μας. Δικιά σου είναι.
Αστυφύλακας: Παπά-Νικόλα.
π. Νικόλας: Έλα Λεωνίδα, κόπιασε.
Αστυφύλακας: Με τρώει η αγωνία παππούλη, πες μου τι έγινε.
π. Νικόλας: Όπως σου είπα και πριν θέλω τη βοήθειά σου.
Αστυφύλακας: Ομολογώ πως από σένα πρώτη φορά ακούω τέτοια κουβέντα. Εσύ είσαι εκείνος που πάντα βοηθάς τους άλλους. Τώρα έχεις εσύ ανάγκη και μάλιστα από μένα; Τι έγινε;
π. Νικόλας: Είναι κάτι το οποίο αφορά την αστυνομία διότι μόνο αυτή μπορεί να διαλευκάνει τέτοια υπόθεση. Εμένα με λύπησε πολύ.
Αστυφύλακας: Νομίζω πως υποψιάζομαι τι θέλεις να μου πεις. Έχει σχέση με τη διαρ-ρηγμένη πόρτα του ναού; Σωστά;
π. Νικόλας: Ναι παιδί μου. Όπως το λες είναι. Την είδες καθώς ερχόσουν;
Αστυφύλακας: Ναι όταν μπήκα στην εκκλησία το πρωί, είδα την κλειδαριά σπασμένη. Θα μου πεις τι έγινε;
π. Νικόλας: Κάποιος μπήκε στο ναό χθες βράδυ και έκλεψε την εικόνα της Γεννήσεως. Η εικόνα που ευλαβείται το χωριό τόσο πολύ εκλάπη.
Αστυφύλακας: Είσαι σίγουρος ότι μόνο η εικόνα λείπει; Δεν κλάπηκε τίποτα άλλο;
π. Νικόλας: Όχι τίποτα. Όλα ήταν στη θέση τους σήμερα το πρωί που ετοιμαζόμουν για τη λειτουργία. Τα ιερά σκεύη, το ευαγγέλιο, οι εικόνες. Ακόμα και το παγκάρι άθικτο ήταν.
Αστυφύλακας: Και γιατί δεν το ανέφερες σήμερα μετά το "Δι ευχών" να το ξέρουν και οι χωριανοί;
π. Νικόλας: Δεν άνοιξα το σκευοφυλάκιο. Πριν λίγο το κατάλαβα και εγώ· σαν έστειλα τον καντηλανάφτη τον Ανδρέα να την φέρει εικόνα στο προσκυνητάρι να τη δουν τα παιδιά του κατηχητικού.
Αστυφύλακας: Και τώρα τι θα κάνουμε δηλαδή; Πως θα λειτουργηθούμε αύριο σα λείπει η εικόνα; Θα αναστατωθεί το χωριό.
11
π. Νικόλας: Δεν ξέρω παιδί μου. Και εγώ σου ζητώ να με βοηθήσεις. Είναι κάτι το οποίο με προβληματίζει πολύ. Ποιος θα έκανε κάτι τόσο ιερόσυλο;
Αστυφύλακας: Σκέφτεσαι κάποιον;
π. Νικόλας: Νομίζω ότι θα είναι κάποιος εξωχωριανός, αλλά όχι, κάποιον συγκεκριμένο δεν σκέφτομαι. Κανείς από εμάς δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο. Όλοι οι χωριανοί την ευλαβούμαστε. Η υπόθεση όμως κρύβει μεγάλο μυστήριο. Πριν καμιά ώρα ο καντηλανάφτης καθώς σκούπιζε, βρήκε αυτήν την ματωμένη πρόκα στο προαύλιο του ναού. Είναι πρόκα από πέταλο αλόγου. Κι όταν μετά τον έστειλα να φέρει τη μικρή εικόνα από το παρεκκλήσι κάτω στη δημοσιά, βρήκε εκεί ένα άλογο κουτσό και ματωμένο και κατάχαμα στη γη γυάλιζε αυτός εδώ ο σουγιάς. Του είπα να μη μιλήσει σε κανένα.
Αστυφύλακας: Πολύ καλά έκανες. Μην ήρθε από την πόλη ο κλέφτης; Και πως έφυγε δίχως το άλογό του; Μην ήσαν δύο; Μυστήριο! Τι ώρα κλείδωσες χθες το ναό το βράδυ;
π. Νικόλας: Ήταν 11:30 - 12:00 σίγουρα. Είχα εξομολόγηση μέχρι αργά και ύστερα προετοίμασα λίγο το ναό για σήμερα και αύριο.
Αστυφύλακας: Θυμάσαι ποιος ήταν ο τελευταίος που εξομολογήθηκε χθες η τελοσπάντων ποιος ήταν ο τελευταίος που βρισκόταν στο ναό;
π. Νικόλας: Είχε πολύ κόσμο χθες. Αλλά αν θυμάμαι καλά, η μαμή έφυγε τελευταία από το ναό και μαζί της ο Λάμπρος ο γαλατάς που έφερε πρόσφορο από τη γυναίκα του.
Αστυφύλακας: Ο Ανδρέας ο καντηλανάφτης ήταν μαζί σου χθες βράδυ η όχι;
π. Νικόλας: Μέχρι τις 8 παρά κάθισε. Μετά ήθελε νομίζω να πάει να ψωνίσει από τον μπακάλη τρόφιμα για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Αστυφύλακας: Καλά αν τον συναντήσω κάπου σήμερα θα τον ρωτήσω και εκείνον. Εσύ παρατήρησες κάτι ύποπτο καθώς έφευγες το βράδυ;
π. Νικόλας: Τι ύποπτο να δω παλληκάρι μου; Ήμουν κουρασμένος και με το ζόρι κρατούσα ανοιχτά τα μάτια μου μέχρι το σπίτι.
Αστυφύλακας: Έχω μια υποψία παπά μου, πως ήταν κάποιος δικός μας. Κάποιος από το χωριό.
π. Νικόλας: Σώπα τέκνο μου. Μη λες τέτοια πράγματα για τους αδελφούς σου. Μη βάζεις τέτοιους λογισμούς. Όλοι είστε παιδιά μου. Και δεν θα ήθελα να σκεφτώ για κανένα τίποτα άσχημο. Καλύτερα να κατηγορήσουνε εμένα οι
12
χωριανοί ότι δεν φύλαξα καλά την εικόνα παρά να μαθευτεί κάτι κακό για το ευλογημένο αυτό χωριό και τους κατοίκους του.
Αστυφύλακας: Δικός μας ήταν σου λέω. Άμα ήταν ξένος δεν θα δείλιαζε να επιτεθεί και σε εσένα ακόμα όταν ήσουν μέσα. Δεν θα τον αναγνώριζες μες στα σκοτάδια. Γι αυτό σου λέω ήταν δικός μας. Περίμενε να φύγεις για να μην τον αναγνωρίσεις. Αλλά ποιος να ήταν;
π. Νικόλας: Δεν θέλω να το πιστέψω αυτό που μου λες. Τι κέρδος θα είχε; Και τι να την κάνει πρώτα από όλα;
Αστυφύλακας: Δεν ξέρω παπά μου. Δεν ξέρω τι κέρδος μπορεί να είχε. Εκείνο που ξέρω είναι ότι η εικόνα μας πέρα από τη συγκλονιστική ιστορία που φέρει, έχει και μεγάλη οικονομική αξία. Φοβάμαι πως θα θέλει να την πουλήσει. Έχει ανεκτίμητη αρχαιολογική και οικονομική αξία. Πρέπει να καλέσεις τον κ. Σταύρο το δάσκαλο και τον Αντώνη το γιατρό να δούμε τι θα κάνουμε. Φώνα τους στο καφενείο του Γιώργη. Εγώ θα βρω τον πρόεδρο.
π. Νικόλας: Αχ βρε καλογέρι μου. Μην ανακατώσουμε το χωριό. Εσένα σε ήθελα για να ψάξεις στη γύρω περιοχή μήπως εκεί βρεις κάτι από αυτά που ξεθάβεις συνήθως. Είσαι πολύ καλός στη δουλειά σου. Μίλησε αν θες ακόμα και με τον αρχιφύλακα της μεγαλούπολης και ενημέρωσέ τον. Μπορεί να γνωρίζει κάτι.
Αστυφύλακας: Όλα θα γίνουν όπως πριν. Προσευχήσου για μένα. Θα κάνω ότι μπορώ. Σου υπόσχομαι πως μέχρι αύριο το πρωί θα έχει βρεθεί η εικόνα.
π. Νικόλας: Μην υπόσχεσαι κάτι που δεν είσαι σίγουρος ότι θα το πραγματοποιήσεις. Και σου είπα και σε παρακαλώ. Μην τους αναστατώσουμε μέρες που είναι. Άσε να περάσει η γιορτή αύριο και θα μιλήσω εγώ στο χωριό.
Αστυφύλακας: Δεν καταλαβαίνω τι μου λες τώρα παπά μου. Κάλεσε τους άλλους σου είπα και θα σας δω σε μια ώρα στο καφενείο. Το ανέλαβα και μέχρι το βράδυ θα το φέρω εις πέρας. Δεν ζητώ την άδειά σου, μονάχα την ευχή σου. Φεύγω και τα ξαναλέμε.
π. Νικόλας: Να πας στην ευχή του Θεού παιδί μου. Το Άγιο Πνεύμα να φωτίσει τη σκέψη σου και να καθοδηγήσει τα βήματα σου.
13
ΣΚΗΝΗ 2η: ΚΑΦΕΝΕΙΟ
ΠΡΟΣΩΠΑ: Αστυφύλακας, πρόεδρος, π. Νικόλας, κ. Σταύρος, Αντώνης, Γιώργης
Αστυφύλακας: Καλημέρα πρόεδρε. Χαίρομαι που ήρθες εσύ πριν από τους άλλους. Τι έπαθες; Κουτσαίνεις;
Πρόεδρος: Α, μπα. Απλά ερχόμενος σκόνταψα και το στραμπούλιξα. Έμαθα ότι μας ζητούσατε με τον παπά κι έτρεξα το γρηγορότερο. Θα μου πεις τι έγινε;
Αστυφύλακας: Η αλήθεια είναι συνέβη κάτι το οποίο χρήζει ιδιαιτέρας προσοχής και σημασίας. Έχουμε καλέσει το δάσκαλο και το γιατρό επίσης που από στιγμή σε στιγμή θα φτάνουν υποθέτω.
Πρόεδρος: Για λέγε μου τώρα, γιατί χαίρεσαι που ήρθα πριν τους άλλους; Τι θες να μου πεις εμένα;
Αστυφύλακας: Άκου Ζαφείρη. Είσαι ξύπνιος άνθρωπος και με πιάνεις γρήγορα. Κλάπηκε η εικόνα της εκκλησίας που προσκυνάμε τα Χριστούγεννα.
Πρόεδρος: Η εικόνα της Γεννήσεως;
Αστυφύλακας: Ναι αυτή. Το γεγονός αυτό στενοχώρησε πολύ τον παπά και ψάχνει να βρει ποιος το έκανε και τι θα κάνει τελικά αφού κάθε χρόνο, μια φορά το χρόνο, την ημέρα των Χριστουγέννων τη βγάζει από το σκευοφυλάκιο για να την προσκυνήσουμε. Απευθύνθηκε λοιπόν σε εμένα να το διευθετήσω το θέμα και θέλω πολύ να τον βοηθήσω. Είναι αγία μορφή ο παπά-Νικόλας και σπάνια μας ζητάει χάρη.
Πρόεδρος: Και από μένα τι θέλεις;
Αστυφύλακας: Να με βοηθήσεις και εσύ.
Πρόεδρος: Πως βρε παιδί μου; Εγώ δεν γνωρίζω από έρευνες και αστυνομικές υποθέ-σεις.
Αστυφύλακας: Το μόνο που θέλω είναι να κουβεντιάσεις με μερικούς από τους κατοίκους, ώστε να αποσπάσεις πληροφορίες. Εσένα σε υπολογίζουν οι κάτοικοι, ενώ εμένα με φοβούνται.
Πρόεδρος: Και εσύ τι θα κάνεις;
14
Αστυφύλακας: Θα πιάσω μερικούς από τους άνδρες, αυτούς που συναναστρέφονται πιο πολύ με τους κατοίκους του χωριού και θα πούμε δυο λογάκια.
Πρόεδρος: Εντάξει να σε βοηθήσω, αλλά πες μου και μένα σε ποιους να πάω. Μην πέσουμε στους ίδιους.
Αστυφύλακας: Κοίτα. Εγώ θα μιλήσω με το φούρναρη, το γαλατά, τον Ανδρέα και το Δημήτρη το ψάλτη.
Πρόεδρος: Καλά. Να ξέρεις ότι δεν έχω και πολύ χρόνο. Κανένα δίωρο γιατί μετά θα αρχίσουν τα κάλαντα τα παιδιά. Μην είμαι και εγώ στα πόδια τους.
Αστυφύλακας: Καλά, θα ξαναμιλήσουμε μέχρι τότε.
Πρόεδρος: Δε μου λες Λεωνίδα. Τελείως μεταξύ μας. Εσύ υποψιάζεσαι κάποιον;
Αστυφύλακας: Όχι.
Πρόεδρος: Ούτε τον παπά;
Αστυφύλακας: Ασφαλώς και όχι τον παπά-Νικόλα. Μην γίνεσαι συκοφάντης Ζαφείρη.
Πρόεδρος: Θέλω να πω, πως εσύ είσαι γνωστός για το τι σκαλιστήρι είσαι και ότι μυρίζεσαι τις λύσεις των υποθέσεων σου από χιλιόμετρα τη στιγμή που στους άλλους βρίσκεται το πρόβλημα κάτω από τη μύτη τους και δεν καταλαβαίνουν τίποτε. Έτσι ίσως και εδώ σκέφτηκα.
Αστυφύλακας: Ναι αλλά τον παπά εδώ δεν το σκέφτηκα για ύποπτο. Είναι άγιος άνθρωπος. Δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο. Κάποιος από το χωριό νομίζω ότι είναι.
Πρόεδρος: Καλά, σχώρα με. Απλά και εγώ μπήκα σε πειρασμό τώρα και σκεφτόμουν παν ενδεχόμενο. Χριστουγεννιάτικα, Παναγία μου τι κακό μας βρήκε;
Αστυφύλακας: Να και ο παπά-Νικόλας έρχεται με τον κ. Σταύρο και το γιατρό.
Πρόεδρος: Σε παρακαλώ μην του πεις το λογισμό μου. Ήταν επιπόλαιος.
Αστυφύλακας: Μην σε απασχολεί. Ηρέμησε.
Πρόεδρος: Καλώς τους. Καθίστε.
π. Νικόλας: Τους συνάντησα στο δρόμο και τους δυο και είπαμε να έρθουμε παρέα.
Αστυφύλακας: Πες τους πρόεδρε το λόγο που συναντιόμαστε.
Πρόεδρος: Λοιπόν κύριοι, μαζευτήκαμε εκτάκτως και επειγόντως εδώ στο καφενείο γιατί χθες βράδυ έγινε μια κλοπή στην εκκλησία.
π. Νικόλας: Τους ενημέρωσα και εγώ καθώς ερχόμασταν.
15
Πρόεδρος: Ε, άσε με να τα πω και εγώ, παπά.
π. Νικόλας: Δεν χρειάζεται να τα ξαναλέμε. Εγώ ζήτησα απλά τη βοήθεια του Λεωνίδα γιατί μόνο αυτός μπορεί να ξεμπλέξει την υπόθεση.
Πρόεδρος: Περίμενε παπά μου. Χωρίς να πω ότι δεν σε εμπιστεύομαι, είμαι σίγουρος ότι τους τα είπες επιγραμματικά και χωρίς να δώσεις σαφή κατανόηση του θέματος.
Δάσκαλος: Η αλήθεια είναι πως δεν κατάλαβα και πολλά εγώ.
Γιώργης: Ορίστε οι καφέδες σας κύριοι.
π. Νικόλας: Ευχαριστούμε παιδί μου.
Γιώργης: Να ανησυχήσω που σας βλέπω μαζεμένους όλους τους μεγάλους εδώ;
Αστυφύλακας: Όχι Γιώργη. Όταν έρθει η ώρα σου θα μάθεις.
Γιώργης: Καλά, σας αφήνω να τα πείτε. Πρόεδρε, ευχαριστώ πολύ για χθες.
Πρόεδρος: Παρακαλώ. Στο θέμα μας κύριοι.
Αστυφύλακας: Τι έγινε χθες και σε ευχαριστεί;
Πρόεδρος: Τίποτα μωρέ. Μια εξυπηρέτηση. Στο θέμα μας ας επιστρέψουμε και ας αφήσουμε το Γιώργη. Μείναμε στο τι σας είπε ο παπά-Νικόλας όταν ερχόσασταν.
Δάσκαλος: Εγώ είπα, δεν κατάλαβα και πολλά
Γιατρός: Μας είπε απλά ότι κλάπηκε η εικόνα της Γεννήσεως. Λεπτομέρειες δεν ανέφερε.
π. Νικόλας: Παιδιά μου. Εξηγούσα και πριν λίγη ώρα στον αστυφύλακα πως δεν θέλω να ανακατευτούμε σαν χωριό και να χαλάσουμε το κλίμα των γιορτών. Αύριο γεννιέται ο Σωτήρας του κόσμου. Καμιά εικόνα μην σταθεί εμπόδιο στο να ζήσουμε αυτό το γεγονός. Είναι καθαρά έργο του διαβόλου που θέλει να μας απομακρύνει από το ουσιαστικό νόημα των ημερών. Και εγώ την ευλαβούμαι την εικόνα μας. Όμως ο Κύριος επέτρεψε να συμβεί αυτό, ενώ όταν την έφεραν τότε από τη Μικρά Ασία είχε σωθεί από το ολοκαύ-τωμα των Τούρκων. Ίσως για να αφοσιωθούμε περισσότερο σε Εκείνον.
Γιατρός: Ωραία όπως πάντα τα λες παπά-Νικόλα, αλλά δεν μας κατατοπίζεις στο γεγονός. Απλά και μεις για να ξέρουμε. Μας ζητήσατε βοήθεια. Εμπρός λοιπόν. Μιλήστε. Πείτε μας ακριβώς τι έγινε.
Πρόεδρος: Μα δεν με αφήνετε να ολοκληρώσω πια τη σκέψη μου. Ήρθα νωρίτερα από σας και μου εξήγησε ο Λεωνίδας ακριβώς την κατάσταση. Το κυρίως
16
θέμα μας είναι ότι χθες βράδυ κλάπηκε το ιερότερο κειμήλιο του χωριού μας, η εικόνα της Γεννήσεως που την αγαπάμε όλοι μας. Είναι μια εικόνα παλαιά αλλά και τόσο θαυματουργική. Η αστυνομία λοιπόν, υποπτεύεται κάποιον από το χωριό. Όχι συγκεκριμένο πρόσωπο, αλλά από το χωριό. Προσωπικά εγώ όμως, διαφωνούσα. Αρχικά πίστευα ότι ήταν εξω-χωριανός.
π. Νικόλας: Και εγώ το ίδιο πιστεύω παιδί μου. Του το είπα το πρωί.
Πρόεδρος: Μετά όμως υποπτεύτηκα και σένα πάτερ.
Δάσκαλος: Πρόεδρε ντροπή. Πως μιλάς έτσι;
Πρόεδρος: Μα και τώρα που μιλούσε με έζωναν οι λογισμοί. Γιατί τόση άρνηση να βρούμε το δράστη; Γιατί να περιμένουμε να περάσουν οι γιορτές. Ο κόσμος θα ξεσηκωθεί και θα ρωτάει. Τι θα του πούμε; Θα ήθελε ο Θεός να το αφήσουμε να περάσει έτσι; Πρέπει να βρεθεί.
π. Νικόλας: Παιδί μου, θέλω να βρεθεί. Πρώτος ζήτησα βοήθεια από τον αστυφύλακα. Απλά, δεν θέλω να τιμωρηθεί αυτός που το έκανε όπως σχεδιάζετε εσείς. Θέλω να μάθω για ποιο λόγο το έκανε. Τι τον οδήγησε ως εκεί. Πατέρας του είμαι.
Γιατρός: Ναι παπά-Νικόλα αλλά και ο συλλογισμός του προέδρου δίκαιος είναι.
Δάσκαλος: Χρόνια τον ξέρω τον παπά-Νικόλα. Δεν θα έκανε τέτοιο πράγμα. Και πως τολμάτε άμυαλοι να κατηγορείτε τον άνθρωπο του Θεού; Θα σας τιμωρήσει ο Θεός για το κρίμα σας.
Γιατρός: Αν αυτό είναι το σωστό πρέπει να ειπωθεί. Και ο Θεός δεν θα μας τιμωρήσει.
Δάσκαλος: Δεν ντρέπεστε αθεόφοβοι αυτόν τον άγιο άνθρωπο να υποψιάζεστε; Ούτε στα μάτια δεν πρέπει να τον κοιτάμε από σεβασμό και μόνο λόγω της αμαρτωλότητάς μας. Τολμάτε κιόλας να μιλάτε εναντίον του;
Πρόεδρος: Έχεις δίκαιο δάσκαλε. Αλλά δίκαιο έχει και ο γιατρός. Αν αυτό είναι το σωστό πρέπει να γίνει. Αλλάζουν οι άνθρωποι. Όχι πάντα προς το καλό. Αλλά και προς το κακό.
Δάσκαλος: Δεν ξέρω τι να πω για σας πλέον. Θεωρείστε και έξυπνοι. Ο πονηρός όμως έχει κυριέψει τη σκέψη σας. Μίλα Λεωνίδα. Μην κάθεσαι μόνο σκεπτικός. Εσύ πάντα βρίσκεις λύση σε τέτοια ζητήματα. Κατηγορούν τον παπά-Νικόλα. Εσύ τι λες;
17
Αστυφύλακας:Πάντα σεβόμουν την άποψη του καθενός και πρόσεχα τα λεγόμενά τους. Στον άνθρωπο δεν αρκεί μόνο να ακούς αυτά που λέει αλλά να βλέπεις και τις εκφράσεις του προσώπου του. Παρόλα αυτά αν θέλετε τη γνώμη μου κύριοι νομίζω πως λύση δεν θα βρούμε με το να βιαστούμε να κατηγο-ρήσουμε γρήγορα κάποιον. Όλους σας, σας θεωρώ καλούς ανθρώπους, ικανούς στον τομέα του ο καθένας και με ιδιαίτερη ευφυΐα. Είναι αλήθεια ότι πριν έρθετε οι υπόλοιποι, είχαμε μια κουβέντα με τον πρόεδρο με την οποία και θα καταλήξω στην άποψή μου. Θεωρώ ανόητο εκ μέρους μου να κατηγορήσω κάποιον ως ένοχο χωρίς στοιχεία και με μόνη δικαιολογία τη στάση του απέναντι στο όλο θέμα. Είμαστε εδώ για να βρούμε το δράστη, όπως όλοι μας νομίζω συμφωνούμε. Ας πει ο καθένας μας μετά από μένα την τελική του σκέψη ώστε να βγάλουμε μια απόφαση. Σκέψη μου, λοιπόν, είναι να τεθούν υπό ανάκριση κάποιοι ύποπτοι συγχωριανοί μας. Την ανάκριση θα κάνουμε εγώ κι ο πρόεδρος. Ο γιατρός μπορεί να συνεχίσει τη δουλειά του στο ιατρείο κι ο δάσκαλος να ετοιμάσει τα παιδιά για τα κάλαντα. Όλο το χωριό θα λειτουργεί στους κανονικούς του ρυθμούς μέχρι να δώσουμε εντολή στον ντελάλη να ανακοινώσει το δυσάρεστο γεγονός, αν δεν καταλήξουμε σε κάποιο συμπέρασμα. Έχω υποσχεθεί στον παπά να βρω λύση μέχρι αύριο πριν τη λειτουργία και θα τηρήσω την υπόσχεσή μου. Απλά κύριοι, θέλω τη βοήθειά σας. Αν παρόλα αυτά, δεν βρω λύση στην όλη υπόθεση, τότε ας με συγχωρέσει ο Θεός, θα επανεξετάσουμε τις κατηγορίες για τον παπά. Λοιπόν, ακούω τη γνώμη σας.
Δάσκαλος: Σοφά τα λόγια σου. Είμαι μαζί σου.
Γιατρός: Θα ήμουν πραγματικά ανόητος αν διαφωνούσα στα λεγόμενά σου. Είμαι μαζί σου.
π. Νικόλας: Στα είπα τέκνο μου και το πρωί. Ο πάνσοφος Θεός να καθοδηγεί τη σκέψη και τα βήματά σου.
Πρόεδρος: Με την τελευταία προϋπόθεση για τον παπά-Νικόλα είμαι κι εγώ μέσα. Ακολουθούμε λοιπόν τις οδηγίες σου.
Αστυφύλακας: Αντώνη, συνεχίζεις κανονικά το ιατρείο σου και οτιδήποτε θεωρείς αξιοσημείωτο μου το λες. Δάσκαλε στείλε μου τον πιο γρήγορο μαθητή σου και ετοίμασε τα παιδιά για τα κάλαντα. Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων κύριοι. Θα σας δω σύντομα.
18
ΣΚΗΝΗ 3η: ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
ΠΡΟΣΩΠΑ: Αστυφύλακας, Κωστάκης, Στέργιος, Θανάσης, Λάμπρος, Ανδρέας, Δημήτρης, Κοσμάς
Αστυφύλακας: Εμπρός. Ποιος είναι; Έλα κ. Θανάση, πέρνα μέσα. Κωστάκη θα φωνάξεις να έρθει και ο γαλατάς εδώ πέρα; Τον περιμένω πες του.
Κωστάκης: Μάλιστα κ. Λεωνίδα. Τρέχω αμέσως.
Στέργιος: Αρχιφύλακα, εγώ τι άλλο μένει να κάνω.
Αστυφύλακας: Τακτοποίησες το φάκελο του Παπαστεργίου;
Στέργιος: Μάλιστα.
Αστυφύλακας: Ωραία. Δεύτερη μέρα Χριστουγέννων, να σταλεί όλος ο φάκελος στον Αθανασιάδη για να ξεμπερδεύουμε και με αυτόν. Έπειτα πάρε αυτά τα χαρτιά και θέλω να τα τακτοποιήσεις με αλφαβητική σειρά.
Στέργιος: Μάλιστα κύριε.
Αστυφύλακας: Ευχαριστώ.
Θανάσης: Λοιπόν κ. αστυνόμε; Τι έγινε;
Αστυφύλακας: Θα είμαι ειλικρινής μαζί σου Θανάση. Καθότι και εσύ στο παρελθόν έχεις αποδείξει πως είσαι τίμιος άνθρωπος και έμπιστος.
Θανάσης: Γιατί με κρατάς σε αγωνία αστυνόμε μου και δεν μου λες κατευθείαν περί τίνος πρόκειται;
Αστυφύλακας: Θέλω να μάθω ποιος έκλεψε την εικόνα από το ναό χθες βράδυ.
Θανάσης: Ποιαν εικόνα; Τι έκλεψε; Δεν καταλαβαίνω τι μου λες.
Αστυφύλακας: Την εικόνα της Γεννήσεως.
Θανάσης: Δεν ξέρω αστυνόμε ποιος την πήρε. Εγώ πρώτη φορά από το στόμα σου ακούω κάτι τέτοιο. Δεν πήγα σήμερα στην εκκλησία γιατί έπρεπε να φουρνίσω και για την αυριανή μέρα ψωμί. Δεν γνωρίζω κάτι. Δεν έμαθα από κανέναν τίποτα.
Αστυφύλακας: Δηλαδή δεν ήσουν εσύ;
19
Θανάσης: Προς Θεού άνθρωπέ μου. Γιατί να πάρω τέτοια αμαρτία μέρες που είναι; Φωτιά θα πέσει να κάψει το φούρνο μου αν λέω ψέματα.
Αστυφύλακας: Γνωρίζεις πολύ καλά ότι τέτοιοι θεατρινισμοί σε μένα δεν περνούν Θανάση. Για αυτό λέγε ότι ξέρεις και ας μην ήσουν εσύ ο ίδιος που την πήρες.
Θανάσης: Μα δεν ξέρω κάτι. Την αλήθεια σου λέω, δε λέω ψέματα. Γιατί κατηγορείς εμένα;
Αστυφύλακας: Το σπίτι σου είναι πιο κοντά από όλους στο ναό. Κανέναν δεν κατηγορώ. Ρωτάω για να μαθαίνω. Τα στοιχεία οδηγούν σε εσένα.
Θανάσης: Ποια στοιχεία; Το ότι το σπίτι μου είναι πιο κοντά στην εκκλησία;
Αστυφύλακας: Ακριβώς. Εσύ η κάποιος από την οικογένειά σου που καλύπτεις θα είχε την πιο γρήγορη πρόσβαση και φυγή από το ναό και αν όχι σίγουρα κάτι θα είχατε ακούσει.
Θανάσης: Μα κ. αστυνόμε, εγώ χθες κοιμήθηκα από πολύ νωρίς γιατί όπως σου είπα έπρεπε να ζυμώσω και να φουρνίσω ψωμί για το χωριό και για την παρα-μονή και για τα Χριστούγεννα. Όλοι στην οικογένειά μου κοιμηθήκαμε νω-ρίς γιατί τους κάλεσα σήμερα τα χαράματα για βοήθεια. Φάγαμε όλοι γύρω στις επτά ελίτσες και ψωμί και αφού κάναμε την προσευχή μας όπως κάθε βράδυ κοιμηθήκαμε. Αυτή είναι η αλήθεια. Δεν καταλαβαίνω γιατί με υποπτεύεσαι.
Αστυφύλακας: Κατά τη διάρκεια της νύχτας δεν άκουσες τίποτα περίεργο σε θόρυβο;
Θανάσης: Πως δεν άκουσα. Ξύπνησα και εγώ και η γυναίκα μου γιατί ακούσαμε σαν κάτι να έσπασε. Δεν ήταν και πάρα πολύ δυνατός ο θόρυβος για αυτό και υποθέσαμε πως θα ήταν καμιά γάτα.
Αστυφύλακας: Και τι ώρα περίπου έγινε αυτό;
Θανάσης: Θα ήταν περασμένες δώδεκα. Θα κόντευε μία. Και σε λίγη ώρα σηκωθή-καμε για να έρθουμε στο φούρνο.
Αστυφύλακας: Πολύ καλά Θανάση. Δεν σε χρειάζομαι άλλο. Το καλό που σε θέλω να λες την αλήθεια. Δεν μου αρέσουν καθόλου εμένα οι κοροϊδίες. Το ξέρεις αυ-τό. Δεν τελειώσαμε ακόμα. Ότι νεότερο μάθεις θέλω να μου το πεις. Πήγαι-νε τώρα. Και που είσαι; Αν αποδειχθείς ψεύτης εγώ ο ίδιος θα σου κάψω το φούρνο, όχι η κατάρα σου. Περιμένω ότι νεότερο έχεις από τους πε-λάτες σου.
20
Κωστάκης: κ. Λεωνίδα, φώναξα τον κ. Λάμπρο και σε μισό λεπτό θα είναι εδώ. Σε ποιον να πάω τώρα;
Αστυφύλακας: Θα πας στου κ. Ανδρέα, του καντηλανάφτη το σπίτι και θα πεις ότι ο αστυνόμος θέλει να το δει. Και αυτόν, και το γιο του, το Δημήτρη.
Κωστάκης: Όπως διατάξετε κ. αστυφύλακα.
Αστυφύλακας: Στέργιο, φέρε μου ένα καφέ. Προβλέπεται δύσκολη μέρα.
Λάμπρος: Διατάξτε κ. αστυφύλαξ.
Αστυφύλακας: Κάθισε κ. Λάμπρο. Τι κάνεις;
Λάμπρος: Καλά είμαι. Δόξα τω Θεώ. Για να πω την αλήθεια ανησυχώ λίγο. Δεν μας έχεις συνηθίσει να ρωτάς τι κάνουμε.
Αστυφύλακας: Έχουμε καιρό να τα πούμε και θα ήθελα να σε ακούσω.
Λάμπρος: Εμ, δεν έρχεσαι και ποτέ να πάρεις γάλα η τυρί. Όλο κάποιον αγγαρεύεις.
Αστυφύλακας: Δεν χρειάζομαι μέρες νηστείας τυρί ούτε γάλα. Δεν είμαι παιδί πια. Και όσο για το ότι στέλνω άλλους και δεν έρχομαι εγώ θα έχω τους λόγους μου. Κάποιος από τους συγχωριανούς μου θα με απασχολεί διαρκώς με περίεργες υποθέσεις.
Λάμπρος: Έγινε τίποτα ;
Αστυφύλακας: Θα φτάσουμε και σε αυτό. Για πες μου τώρα, τι κάνει ο γιόκας σου, ο Λάζα-ρος αν δεν κάνω λάθος;
Λάμπρος: Λευτέρης, όχι Λάζαρος. Καλά είναι από όσο ξέρω. Διαβάζει πολύ και μά-λιστα δημιουργεί και κάτι εργασίες με έναν συμμαθητή του από την πόλη. Γιατί με κοιτάς έτσι; Μη με τρομάζεις αστυνόμε. Τι έγινε με το παιδί μου;
Στέργιος: Ορίστε ο καφές σας. Πόσους ακόμα θα πιείτε σήμερα;
Αστυφύλακας: Όσους χρειαστεί.
Λάμπρος: Λοιπόν αστυνόμε; Τι γίνεται με το παιδί μου;
Αστυφύλακας: Δεν έχεις ιδέα τι γίνεται με το παιδί σου. Καθημερινά τον βλέπω μετά το σχολείο πίσω από το καφενείο του Γιώργη να καπνίζει μαζί με άλλα παιδιά. Μάζεψέ τον γιατί θα τον χάσεις.
Λάμπρος: Τι είναι αυτά που λες; Ο Λευτέρης δεν θα έβαζε ποτέ τσιγάρο στο στόμα του.
Αστυφύλακας: Τότε εγώ τι έβλεπα; Μαστίχες; Τσιγάρο ήταν μπάρμπα-Λάμπρο και τρέχα να προλάβεις.
21
Λάμπρος: Συμφορά που μ’ άναψες χριστουγεννιάτικα ρε Λεωνίδα. Ποιος σε βάζει να μου τα λες αυτά;
Αστυφύλακας: Οι υποψίες μου για κάτι άλλο πιο σημαντικό;
Λάμπρος: Πιο σημαντικό από την υγεία του παιδιού μου;
Αστυφύλακας: Είσαι θεοσεβούμενος άνθρωπος κ. Λάμπρο και πραγματικά θα ήθελα να ξέρω τι σε νοιάζει περισσότερο. Η σωματική η η πνευματική υγεία του Λευτέρη;
Λάμπρος: Τι άλλο χειρότερο μπορείς να μου βγάλεις στη φόρα άνθρωπέ μου;
Αστυφύλακας: Χθες βράδυ από την εκκλησία μας κλάπηκε η εικόνα της Γεννήσεως. Και θέλω να ξέρω αν ο γιος ήταν αυτός που το έκανε.
Λάμπρος: Πως μπορείς και παίζεις με τον πόνο των ανθρώπων μέρες άγιες; Η ηλικία μου δεν μου επιτρέπει τόση στενοχώρια. Πρώτα ότι το παιδί μου μου λέει ψέματα και μετά ότι γίνεται και κλέπτης ιερών εικόνων.
Αστυφύλακας: Ηρέμησε και πιες λίγο νερό. Στην αρχή σκεφτόμουν ότι τον κάλυπτες όμως είσαι καλός άνθρωπος. Δεν έχεις δώσει δικαιώματα στο χωριό και κανείς ποτέ δεν σε έχει κατηγορήσει για κάτι. Και όσο για το παιδί σου, δεν σε κατηγορώ. Ο δάσκαλος μιλάει με πολύ καλά λόγια για εκείνον και παρότι έφηβος δεν έδωσε ποτέ δικαιώματα για φασαρίες και καυγάδες. Ούτε στο σχολείο, ούτε έξω. Ακόμα και στο θέμα του τσιγάρου στα κρυφά το κάνει. Παιδί είναι και παρασύρθηκε. Γι αυτό σε φώναξα εδώ. Θέλω να μου πεις. Που ήταν χθες βράδυ ο γιος σου; Πρέπει να τον βοηθήσουμε.
Λάμπρος: Θα σου πω ότι ξέρω και επέτρεψε μου μετά να φύγω. Καρδιά δεν έχεις εσύ για να καταλάβεις τον πόνο ενός πατέρα. Δυο μέρες με πυρετό και στο κρεβάτι είναι ο γιος μου και δεν έχει σηκωθεί καθόλου. Έψαχνα χθες έναν καλό γιατρό να τον εξετάσει. Γι’ αυτό και έφυγα για την πόλη και βρήκα το δήμαρχο και τον παρακάλεσα να μου στείλει το γιατρό αυτόν το μεγάλο που έκανε καλά πέρσι και τον πρόεδρο.
Αστυφύλακας: Σε πιστεύω κ. Λάμπρο. Τι σου είπε τελικά ο δήμαρχος;
Λάμπρος: Θα δούμε, «θα προσπαθήσει» είπε. Σε λίγο θα έρθει και πάλι να τον δει ο Αντώνης, ο γιατρός μας. Να τον ρωτήσεις αν δεν με πιστεύεις. Χριστούγεν-να έρχονται παιδί μου και μου τα κάνεις μαύρα.
Αστυφύλακας:Συγχώρα με Λάμπρο. Δίκαιο έχεις ότι και να πεις. Ο πόνος σου είναι σίγουρα μεγάλος και κακώς σου μίλησα για αυτά. Δεν είχα σκοπό να σε στεναχωρήσω. Για αυτό και τόσο καιρό δεν σου μιλάω. Ντρεπόμουν και στα μάτια να σε κοιτάξω σκεπτόμενος πως εγώ ξέρω την αλήθεια ενώ εσύ
22
όχι. Δίκαιο έχεις πως καρδιά δεν έχω. Αναρωτήθηκες όμως ποτέ εσύ η ο οποιοσδήποτε άλλος σε αυτό το χωριό ποιος μου την έφαγε; Στο χωριό κανείς άλλος εκτός από τον παπά-Νικόλα δεν ξέρει ότι κάποτε είχα και εγώ γυναίκα και γιο. Ξυπνούσα και κοιμόμουν με τη σκέψη πως θα τους κάνω χαρούμενους. Προσευχόμουν στο Θεό για αυτούς τους δυο. Είχα σχέδια γι αυτούς. Ένα δυστύχημα όμως μου τα χάλασε αυτά τα σχέδια πριν λίγα χρόνια. Μου τους πήρε μέρα μεσημέρι μέσα από τη αγκαλιά μου, και μαζί του πήρε και την καρδιά μου. Ξέρω από πόνο και ας μη μου φαίνεται. Δεν ξέρω αν θα με συγχωρέσεις ποτέ αλλά εύχομαι τον πόνο που έζησα να μην επιτρέψει ο Θεός να τον ζήσεις και εσύ. Εσένα τουλάχιστον ο γιος ζει. Εμένα έφυγε. Πήγαινε στο καλό. Καλά Χριστούγεννα, και ο νεογέννητος Χριστός ας απαλύνει τις καρδιές μας.
Λάμπρος: Καλά Χριστούγεννα παιδί μου. Εύχομαι να βρεις τη γαλήνη που ψάχνεις. Ο Θεός είναι μεγάλος και βοηθάει τους ταπεινούς.
Αστυφύλακας: Έλα Κωστάκη πέρνα μέσα. Τι έγινε; Τον βρήκες τον κ. Ανδρέα;
Κωστάκης: Ναι αστυνόμε. Γύρισα όλο το χωριό γιατί σπίτι τους δεν ήταν. Τελικά τους συνάντησα και τους δυο καθώς πήγαιναν με το αμάξι στην πόλη. Εμένα με θέλετε τίποτα άλλο αρχηγέ;
Αστυφύλακας: Όχι παιδί μου. Δε σε χρειάζομαι. Πήγαινε να ετοιμαστείς για να πεις τα κάλαντα. Θα σε περιμένει ο δάσκαλος. Έλα πάρε και αυτό για τον κόπο σου.
Κωστάκης: Σας ευχαριστώ πολύ κ. Λεωνίδα. Καλά Χριστούγεννα.
Αστυφύλακας: Καλά Χριστούγεννα Κωστάκη. Περάστε κ. Ανδρέα. Γεια σου Δημήτρη.
Δημήτρης: Γεια σου Λεωνίδα.
Ανδρέας: Λοιπόν αστυφύλαξ, πως και μας φώναξες εμάς εδώ και μάλιστα και τους δυο;
Αστυφύλακας: Βασικά κ. Ανδρέα εσένα για άλλο λόγο σε φώναξα. Σε θέλω για κάτι μακρινό, και επειδή είσαι από τους λίγους στο χωριό που έχεις αμάξι θα ήθελα μια εξυπηρέτηση μιας και πας στην πόλη καθώς έμαθα.
Ανδρέας: Τι έγινε παλληκάρι μου; Ποια φουρτούνα σε έριξε στη δική μου ανάγκη;
Αστυφύλακας: Το μόνο που θέλω από σένα είναι να πας να βρεις το δήμαρχο στην πόλη και να του δώσεις αυτό το γράμμα μου. Πες του ότι θέλω να του μιλήσω στο τηλέφωνο. Κάνε ότι μπορείς για να μου τηλεφωνήσει. Είναι ανάγκη.
23
Ανδρέας: Μάλιστα αστυνόμε. Θα είμαι πίσω σε κανένα μισάωρο. Να πάρω και το γιο μου;
Αστυφύλακας: Όχι. Θέλω να κουβεντιάσω λίγο μαζί του. Περιμένω σύντομα απάντησή σου.
Ανδρέας: Καλώς. Σας χαιρετώ.
Αστυφύλακας: Θα περιμένω. Λοιπόν Δημητρό; Τι νέα; Πως είσαι φίλε μου;
Δημήτρης: Φίλε μου; Από όσο ξέρω κανείς από το χωριό δεν είναι φίλος σου. Όλοι μας είμαστε μπροστά σου ένα πακέτο μυστηρίου και υποψιών.
Αστυφύλακας: Με αδικείς Δημήτρη. Ξέρεις ότι δεν είμαι έτσι. Χαίρομαι πολύ που ζω σε αυτό το χωριό και που συναναστρέφομαι με τέτοιους ανθρώπους. Δεν χρειάζεται να σου πω εγώ, θα το ξέρεις καλύτερα, όλοι οι χωριανοί είναι πάρα πολύ καλοί άνθρωποι. Και σας αγαπώ όλους.
Δημήτρης: Έλα βρε Λεωνίδα που θα μου πεις εμένα ότι μας αγαπάς. Δεν υπάρχει κάτι άλλο σε αυτή τη γη που να αγαπάς εκτός από τη δουλειά σου. Μπορεί να έβγαλα μόνο το δημοτικό αλλά μου κόβει το νιονιό μου. Σε θυμάμαι και πριν φύγεις για το μεγαλοχώρι να πας στο γυμνάσιο. Ένα μυστήριο ήσουν αδελφέ μου. Δωδεκάχρονα εμείς που παίζαμε στις αλάνες και μαλώναμε και πλακωνόμασταν και εσύ ο σοφός της παρέας που κάθε φορά μας έλυνε τις διαφωνίες.
Αστυφύλακας: Έλα τώρα ρε Δημήτρη. Δεν σε φώναξα εδώ για να θυμηθούμε τα παλιά. Ούτε τις σκανταλιές σας ούτε εμένα. Δικαίωμα σου να πιστεύεις ότι θες για μένα όσο και να με πληγώνει αυτό. Σε θέλω, όμως τώρα, σε παρακαλώ, να με ενημερώσεις για κάτι πολύ σημαντικό. Είμαστε μαζί από παιδιά και έχουμε περάσει πολλές στιγμές χαράς και στενοχώριας, πανηγυριών και λύπης. Βοήθησε με τώρα όπως κάναμε παλιά ο ένας στον άλλο.
Δημήτρης: Και τι είδους βοήθεια μπορεί να παρέχει η ταπεινότητά μου στην εξουσία σου; Ένας ψάλτης είμαι και σχεδόν αγράμματος.
Αστυφύλακας: Αυτόν τον ψάλτη χρειάζομαι και εγώ. Και δεν υποτίμησα ποτέ αυτό που κάνεις. Πολύ χαίρομαι να σε ακούω να ψέλνεις στην εκκλησία. Έχεις πολύ καλή φωνή κάτι το οποίο δεν μπορώ εγώ να φτάσω με τίποτα.
Δημήτρης: Μπες στο θέμα κατευθείαν αστυνόμε. Δεν θέλω να συζητώ μαζί σου παραπάνω ώρα και σου τρώω χρόνο.
Αστυφύλακας: Ακόμα είσαι θυμωμένος για τα περσινά;
24
Δημήτρης: Φαντάσου μόνο πόσο καιρό έχουμε να τα πούμε. Μόνο όταν μας θες, μας καλείς επιτακτικά στο γραφείο σου και πάλι για να μας προσβάλλεις όπως έκανες πέρσι και σε μένα.
Αστυφύλακας: Έπρεπε να κάνω το καθήκον μου. Δεν σε κατηγορούσα εγώ για τη φωτιά που άναψε στο δάσος. Όλοι σχεδόν το έλεγαν. Τι να έκανα;
Δημήτρης: Να με εμπιστευόσουν. Όπως και εν τέλει αποδείχθηκε πως δεν ήμουν εγώ. Κερδίζεις τόση δόξα από τις εξιχνιάσεις σου αλλά χάνεις τους φίλους σου.
Αστυφύλακας: Και γιατί δεν λες τίποτα και για τους άλλους και κατηγορείς μονάχα εμένα;
Δημήτρης: Με όλους έχουμε μιλήσει και μου ζήτησαν συγνώμη. Η μεγαλειότητά σου δεν δέχτηκε ποτέ.
Αστυφύλακας: Περασμένα ξεχασμένα. Λέγε τώρα. Θα με βοηθήσεις;
Δημήτρης: Ρώτα με αυτό που θέλεις.
Αστυφύλακας: Έχεις ενημερωθεί για τη χθεσινή κλοπή της εικόνας της Γεννήσεως από το ναό;
Δημήτρης: Όχι. Δεν ήξερα ότι έγινε κάτι τέτοιο.
Αστυφύλακας: Δεν σου φαίνεται παράξενο εσένα;
Δημήτρης: Για ποιο λόγο;
Αστυφύλακας: Μα ποιος θα μπορούσε να το κάνει αυτό; Από το χωριό η από έξω;
Δημήτρης: Δεν ξέρω. Εσύ δεν έχεις κάποιον στα υπόψη σου;
Αστυφύλακας: Είμαι πολύ σίγουρος ότι το συμβάν έγινε από κάποιον του χωριού.
Δημήτρης: Και εγώ είμαι σίγουρος ότι ο δικός σου ενδοιασμός είναι πως είναι δυνατόν να συμβεί αυτό αφού όλοι στο χωριό την ευλαβούνται την εικόνα;
Αστυφύλακας: Ακριβώς. Είμαι μπερδεμένος με αυτό το θέμα.
Δημήτρης: Πως είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό σε σένα; Ποτέ δεν έβλεπες σκοτάδι στις υποθέσεις σου. Πάντα έβρισκες χαραμάδες.
Αστυφύλακας: Μόνο που τώρα έχω να κάνω με τους συγχωριανούς μου. Όσο και να με βγάζεις από την οικογένεια του χωριού μας, εγώ είμαι δεμένος εδώ και με τον τόπο και με τους κατοίκους του. Δεν είναι καθόλου μα καθόλου εύκολο να ανακρίνεις σαν ένοχο και ύποπτο τον άνθρωπο που καθημερινά τον εμπιστεύεσαι για το ψωμί και το γάλα σου. Γι αυτό και πέρσι έγινε αυτό με σένα. Το χειρίζομαι λάθος όλο αυτό και για αυτό και ζητάω και τη βοήθεια και άλλων.
25
Δημήτρης: Δηλαδή ποιων άλλων;
Αστυφύλακας: Εννοείς εκτός από σένα που ακόμα δεν μου έχεις πει τίποτα;
Δημήτρης: Σαν τι να σου πω;
Αστυφύλακας: Βγαίνοντας χθες από την εκκλησία μετά τον εσπερινό είδες κάτι ύποπτο; Οτιδήποτε θα μπορούσε να φανεί χρήσιμο.
Δημήτρης: Ήταν βράδυ ρε Λεωνίδα. Είχε και παγωνιά, έφυγα κουκουλωμένος και γρήγορα. Δε μου είπες όμως. Από ποιον άλλο ζήτησες βοήθεια;
Αστυφύλακας: Από τον πρόεδρο. Είναι καλός και με βοηθάει.
Δημήτρης: Πράγματι το μυαλό του κατεβάζει ιδέες πολλές και συνάμα λύσεις. Υποπτεύεσαι κανένα;
Αστυφύλακας: Δεν ξέρω βρε παιδί μου τι να πω. Όλα στραβά μου βγαίνουν. Οι πάντες έχουν άλλοθι. Και όμως. Είμαι τόσο σίγουρος ότι είναι από το χωριό.
Δημήτρης: Ελπίζω να τον βρεις. Όχι για κανέναν άλλον λόγο. Αλλά για να ηρεμήσεις. Σου τρώει την ψυχή αυτή η δουλειά. Χάνεις την ανθρωπιά σου.
Αστυφύλακας: Ίσως και να έχεις δίκαιο.
Δημήτρης: Ναι αλλά ποτέ δεν ακούς κανέναν άλλον. Κάνεις πάντα το δικό σου χωρίς να σε νοιάζει η αξιοπρέπεια και η προσωπικότητα του άλλου. Στο είπα και πριν. Δεν ζητάς συγνώμη εσύ. Είσαι πολύ εγωιστής φίλε μου. Και έτσι επειδή το έχω απορία να σε ρωτήσω. Πως και δεν μου επιτέθηκες ξανά σαν σε ύποπτο, σαν τον άνθρωπο που έκλεψε την εικόνα; Παράξενο μου φαίνεται.
Αστυφύλακας: Ο άνθρωπος Δημήτρη δεν χρειάζεται να λέει απλά μια συγνώμη για να πάρει άφεση. Πρέπει να μετανοήσει. Και μετανοείς έμπρακτα. Όχι θεωρητικά. Δεν ξανακάνω το ίδιο λάθος με σένα. Είσαι άνθρωπος της αγάπης και της εμπιστοσύνης μου όσο και αν δεν το πιστεύεις αυτό. Σε ήθελα εδώ για βοήθεια και σαν φίλο μου. Και σε ευχαριστώ έστω που ήρθες. Τώρα, δεν θέλω να σε καθυστερήσω άλλο. Πήγαινε στην ευχή του Θεού. Και ελπίζω να αλλάξεις γνώμη για μένα μια μέρα και να με συγχωρέσεις. Πες τον πατέρα σου ότι τον ευχαριστώ πολύ για την εξυπηρέτηση. Θα σας δω αύριο το πρωί στη λειτουργία.
Δημήτρης: Εντάξει Λεωνίδα. Φεύγω. Αν θα μπορούσα να σε βοηθήσω κάπως, απλά να σου υπενθυμίσω ότι η εικόνα των προγόνων μας είναι ανεκτίμητης αξίας. Πολλοί από το μεγαλοχώρι θα την αγόραζαν όσο-όσο. Με πρώτο και καλύτερο το δήμαρχο.
26
Αστυφύλακας: Ευχαριστώ πολύ Δημήτρη. Εμπρός; Χαίρετε κ. δήμαρχε. Να με συγχωρείτε για την ταλαιπωρία.
Δήμαρχος: Παρακαλώ. κ. Σταυρίδη. Ομολογώ ότι εκπλήσσομαι που με ζητήσατε, και μάλιστα για κάτι που από ότι έμαθα είναι επείγον. Με βρήκε στο δημαρχείο ο κ. Ανδρέας και μου είπε ότι με θέλετε και θεώρησα πρέπον να τα πούμε από κοντά.
Αστυφύλακας: Αυτό είναι ευχάριστο. Να μην νιώθω ενοχές λοιπόν για την ταλαιπωρία καθότι γνωρίζω το φόρτο του προγράμματός σας και εκτιμώ πολύ τη δουλειά σας. Ο δήμος σας μας έχει στηρίξει αλλεπάλληλες φορές σε θέματα που η δική μας μειονότητα δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί.
Δήμαρχος: Εξακολουθώ όμως να μην καταλαβαίνω αγαπητέ την αιτία της επικοινωνίας μου μαζί σας.
Αστυφύλακας: Πρόκειται για κάτι πολύ σημαντικό που αφορά το χωριό ολόκληρο διότι όλοι εδώ είμαστε σαν οικογένεια.
Δήμαρχος: Δεν καταλαβαίνω. Μπορείτε να γίνετε λίγο πιο σαφής;
Αστυφύλακας: Θα προσπαθήσω. Πριν καιρό, στα χρόνια της προσφυγικής αναταραχής ο Θεός διαφύλαξε την ακεραιότητα της εικόνας της Γεννήσεως του Κυρίου ύστερα από ολοκαύτωμα των Τούρκων στο χωριό των προγόνων μας.
Δήμαρχος: Ναι έχω ακουστά γι αυτήν την εικόνα.
Αστυφύλακας: Την έχετε δει;
Δήμαρχος: Ναι είχα έρθει να την προσκυνήσω.
Αστυφύλακας: Βγαίνει μόνο μια φορά το χρόνο. Πότε ήρθατε;
Δήμαρχος: Εκτάκτως μου επέτρεψε ο ιερέας σας πριν δυο με τρεις εβδομάδες να την προσκυνήσω παρουσία βεβαίως του προέδρου και του κ. Ανδρέα. Δεν ξέρω αν αυτή μου η κίνηση δημιούργησε θέμα στο χωριό ή κάποια αναταραχή.
Αστυφύλακας: Όχι είμαστε πολύ καλά. Μην ανησυχείτε. Για άλλο λόγο σας κάλεσα απόψε εδώ.
Δήμαρχος: Μα βέβαια για άλλο λόγο είμαι εδώ. Απλά ήθελα να ξεκαθαρίσω το τοπίο σε περίπτωση που γινόταν κάτι.
Αστυφύλακας: Σχετικά με τι;
Δήμαρχος: Με την εικόνα εννοώ.
27
Αστυφύλακας: Α, όχι μην ανησυχείτε. Δεν υπάρχει πρόβλημα. Ότι πρόβλημα είχαμε το λύσαμε.
Δήμαρχος: Ώστε δηλαδή είχατε πρόβλημα.
Αστυφύλακας: Ναι ένα μικρό προβληματάκι αντιμετωπίσαμε σαν χωριό να πω την αλήθεια. Αλλά τέλος καλό όλα καλά.
Δήμαρχος: Χαίρομαι για το χωριό σας. Είστε πολύ δεμένοι και αυτό είναι πολύ καλό. Λοιπόν, τι με θέλατε εμένα;
Αστυφύλακας: Σας ευχαριστούμε πολύ. Ο λόγος που ζήτησα να επικοινωνήσουμε αφορά τον κ. Λάμπρο και τον άρρωστο γιο του. Θα ήθελα με ιδιαίτερη προσοχή να επιμεληθείτε αυτό που σας ζήτησε σχετικά με το μεγαλογιατρό.
Δήμαρχος: Μα και βέβαια κ. Σταυρίδη. Να μείνετε ήσυχος. Αύριο κιόλας αν είναι θα του πω να έρθει να τον δει.
Αστυφύλακας: Μα αύριο είναι Χριστούγεννα.
Δήμαρχος: Θα τον παρακαλέσω και ότι καταφέρω. Είναι καρδιακός μου φίλος και αν του ζητήσω να σπεύσει γρήγορα, θα το κάνει.
Αστυφύλακας: Και πάλι σας ευχαριστώ.
Δήμαρχος: Αγαπητέ, ούτε λόγος. Δεν έπρεπε καν να ανησυχείτε για αυτό. Αγαπάω πολύ το χωριό σας. Θα ήθελα να έχουμε τις καλύτερες σχέσεις.
Αστυφύλακας: Από τέτοιες δύσκολες στιγμές κ. δήμαρχε κρίνονται οι σχέσεις των ανθρώπων. Και διατηρούνται μέχρι κάποιος από τους δυο να τις καταστρέψει.
Δήμαρχος: Δεν καταλαβαίνω τι εννοείτε;
Αστυφύλακας: Δεν εννοώ κάτι συγκεκριμένο.
Δήμαρχος: Πολύ καλά λοιπόν. Με θέλετε κάτι άλλο;
Αστυφύλακας: Εγώ προσωπικά όχι. Μονάχα αυτό που σας παρακάλεσα.
Δήμαρχος: Θα κάνω ότι μπορώ κύριε.
Αστυφύλακας: Και οτιδήποτε νεότερο ενημερώστε τον πρόεδρό μας. Μιλάτε, δεν μιλάτε;
Δήμαρχος: Φυσικά μιλάμε. Απλά έχουμε καιρό να τα πούμε.
Αστυφύλακας: Πόσο καιρό;
Δήμαρχος: Θα έχει περάσει καμιά εβδομάδα.
Αστυφύλακας: Τόσο πολύ ε;
28
Δήμαρχος: Δουλειές.
Αστυφύλακας: Καταλαβαίνω. Εντάξει λοιπόν. Να μην σας καθυστερώ άλλο από τις ασχολίες σας και το δήμο σας. Θα τα πούμε σύντομα.
Δήμαρχος: Σας χαιρετώ.
Αστυφύλακας: Χαίρετε. Σας ευχαριστώ πολύ. Καλά Χριστούγεννα.
ΣΚΗΝΗ 4η: ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
ΠΡΟΣΩΠΑ: Αστυφύλακας, Πρόεδρος, Δάσκαλος, Κωστάκης, Γρηγοράκης, Γιωργάκης, Χρηστάκης
Παιδιά: Χριστός γεννάται σήμερον, εν Βηθλεέμ, τη πόλει, οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρεται η φύσις όλη, εν τω σπηλαίω τίκτεται εν φάτνη των αλόγων ο βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όντων. Και του χρόνου!
Αστυφύλακας: Και του χρόνου παιδιά. Σας ευχαριστώ πολύ και που φέτος με θυμηθήκατε και μου είπατε τα κάλαντα. Ελάτε να σας κεράσω. Που είναι ο Κωστάκης; Δεν είναι μαζί σας;
Δάσκαλος: Ήσυχα και με σειρά κεραστείτε παιδιά. Βρισκόμαστε σε ξένο χώρο και φροντίζουμε να είμαστε διακριτικοί. Πριν λίγο του ζήτησε ο δήμαρχος της πόλης να μεταφέρει μια επιστολή.
Αστυφύλακας: Θα είστε κουρασμένοι, παιδιά, πιθανότατα από τη γύρα σας. Καθίστε αν θέλετε να ξεκουραστείτε. Να και ο Κωστάκης. Που ήσουν εσύ; (πειρακτι-κά). Γιατί δεν βοηθάς τους φίλους σου στα κάλαντα;
Κωστάκης: Πήγα ένα γράμμα στο σπίτι του προέδρου, που μου το έδωσε ο κ. δήμαρ-χος.
Αστυφύλακας: Στέργιο έλα εδώ σε παρακαλώ. (του ψιθυρίζει κάτι στο αυτί). Λοιπόν παιδιά έχετε γυρίσει πολλά σπίτια;
Δάσκαλος: Δεν έχουμε πάει σε πολλά για αυτό και βιαζόμαστε. Πριν λίγη ώρα αρχίσαμε. Πήγαμε στου παπά-Νικόλα πρώτα, πήραμε και την ευχή του και έπειτα πήγαμε στον κ. Ανέστη, τον πεθερό του Γιώργη που είναι άρρωστος. Χάρηκε που μας είδε και μας μίλησε πολύ ωραία. Σωστά παιδιά;
Χρηστάκης: Ήταν πάρα πολύ ωραία. Μας είπε την ιστορία της ζωής του. Που γεννήθηκε και πόσο δυσκολεύτηκε η μάνα του στη γέννα.
29
Γιωργάκης: Και μάλιστα μας εξηγούσε τι τρώγανε εκείνη την δύσκολη εποχή. Πεινούσανε λέει πολύ και τουρτούριζαν από το κρύο.
Γρηγοράκης: Ο πατέρας του ήταν βοσκός και τους έβγαζε κάθε μέρα το καλύτερο γάλα από την καλοθρεμμένη προβατίνα του.
Αστυφύλακας: Μπράβο παιδιά. Πολύ χαίρομαι που σας βλέπω έτσι ενθουσιασμένους. Είναι καλός άνθρωπος ο κ. Ανέστης και έχεις να μάθεις πολλά από το στόμα του. Ο καημένος είναι πολύ άρρωστος τώρα και ταλαιπωρείται. Του δώσατε μεγάλη χαρά που πήγατε σπίτι του. Να παρακαλάτε κάθε βράδυ το Θεό στην προσευχή σας να πάρει γρήγορα την αρρώστια από πάνω του και να γίνει καλά.
Δάσκαλος: Ιδιαίτερα αυτές τις μέρες που έχουμε Χριστούγεννα να παρακαλάτε περισσότερο το Θεό για να ζήσει και αυτός ο άνθρωπος τη χαρά της Γέννησης του Σωτήρος.
Αστυφύλακας: Εντάξει παιδιά;
Παιδιά: Μάλιστα.
Δάσκαλος: Άντε τώρα βγείτε έξω και έρχομαι σε ένα λεπτό. Θέλω να ρωτήσω κάτι τον κ. Λεωνίδα.
Παιδιά: Γεια σας κ. Λεωνίδα. Καλά Χριστούγεννα!
Αστυφύλακας: Καλά Χριστούγεννα παιδιά μου. Να πάτε στο καλό. Καλή συνέχεια.
Δάσκαλος: Γεια λέγε Λεωνίδα. Τι γίνεται με την υπόθεσή μας; Έχεις νέα;
Αστυφύλακας: Δόξα τω Θεώ αρχίζω να βγάζω άκρη. Μη σου πω ότι ήδη ξέρω και την αλήθεια.
Δάσκαλος: Για λέγε να μάθουμε.
Αστυφύλακας: Δεν είναι ώρα για κουτσομπολιό Σταύρο.
Δάσκαλος: Μα δεν πρέπει να ξέρουμε;
Αστυφύλακας: Σέβομαι το θέλημα του παπά να μην τον διαπομπεύσουμε.
Δάσκαλος: Μα εσύ σαν αστυνομία δεν πρέπει να τον συλλάβεις άρα αργά η γρήγορα θα το μάθουμε;
Αστυφύλακας: Δεν γνωρίζω με σιγουριά ότι είναι αυτός.
Δάσκαλος: Σωστά πρέπει να διασταυρώσεις και με τον πρόεδρο τις πληροφορίες σου.
30
Αστυφύλακας: Και αυτό. Αλλά θέλημα του παππούλη είναι να μην τιμωρήσουμε τον κλέφτη, αλλά να τον ακούσουμε. Και οφείλω και θέλω να σεβαστώ την άποψη του.
Δάσκαλος: Καλά αδελφέ μου. Ελπίζω να βρεις γρήγορα άκρη όχι μόνο για σένα αλλά για όλο το χωριό.
Αστυφύλακας: Ευχαριστώ δάσκαλε.
Δάσκαλος: Άντε να πάω στα παιδιά που με περιμένουν.
Αστυφύλακας: Ναι, πήγαινε. Θα τα πούμε αύριο στη λειτουργία. Καλά Χριστούγεννα.
Δάσκαλος: Καλά Χριστούγεννα.
Αστυφύλακας: Εμπρός; Έλα πρόεδρε. Πέρνα και κάτσε.
Πρόεδρος: Πω κούραση βρε αδερφέ. Τι με έβαλες να κάνω μεσημεριάτικα;
Αστυφύλακας: Πως πήγε; Έβγαλες κάποια άκρη;
Πρόεδρος: Όχι κάτι το ιδιαίτερο. Μόνο υποψίες έχω για κάποιον. Γι αυτό το λόγο ήρθα εδώ να σου πω ότι ξέρω. Ούτε μεσημεριανό δεν έχω φάει.
Αστυφύλακας: Να σου βάλω λίγο γλυκό του κουταλιού; Μου το έστειλε εχθές κάποιος από την πόλη.
Πρόεδρος: Ναι βάλε μου αν θες.
Αστυφύλακας: (του βάζει γλυκό του κουταλιού). Ορίστε. Καλή όρεξη.
Πρόεδρος: Ευχαριστώ πολύ.
Αστυφύλακας: Τι λέει; Σου αρέσει;
Πρόεδρος: Είναι πολύ ωραίο. Ποιος μου είπες ότι στο έστειλε;
Αστυφύλακας: Δεν έχει σημασία. Ένας περαστικός κύριος εχθές. Πως είναι το πόδι σου εσένα;
Πρόεδρος: Καλύτερα. Από το χωριό;
Αστυφύλακας: Όχι εκτός χωριού.
Πρόεδρος: Ωραίο να του πεις ότι είναι.
Αστυφύλακας: Για λέγε μου πρόεδρε. Τι έκανες με το θέμα της εικόνας;
Πρόεδρος: Όπως σου είπα, μίλησα με μερικούς από τους χωριανούς, κυρίως με τους άνδρες και θεώρησα κάποιον ύποπτο βάσει αυτών που άκουσα.
Αστυφύλακας: Τι άκουσες δηλαδή;
31
Πρόεδρος: Να, ο γιος του φούρναρη μου είπε ότι από το παραθύρι του χθες το βράδυ είδε έναν φακό να φαίνεται στο σκοτάδι.
Αστυφύλακας: Ε και; Αυτό τι σχέση έχει; Προφανώς με φακό θα έκανε τη δουλειά του ο άνθρωπος. Με το φεγγάρι θα έβλεπε;
Πρόεδρος: Μην είσαι κοντόμυαλος Λεωνίδα. Το θέμα είναι ποιος έχει φακό στο χωριό. Από εκεί θα ανακαλύψουμε τον ένοχο.
Αστυφύλακας: Ε ποιος έχει στο χωριό μας φακό; Εγώ που το χρησιμοποιώ στην βραδινή περιπολία.
Πρόεδρος: Άρα έχουμε εσύ, εγώ, ο γιατρός και ο Στέργιος που δανείζεται το δικό σου όταν έχει περίπολο αυτός.
Αστυφύλακας: Τι θες να πεις πρόεδρε;
Πρόεδρος: Εκείνος δεν ήταν χθες περιπολία το βράδυ;
Αστυφύλακας: Ναι.
Πρόεδρος: Είναι πολύ πιθανό αυτός να έκλεψε την εικόνα.
Αστυφύλακας: Αποκλείεται.
Πρόεδρος: Άντε πάλι αποκλείεται. Γιατί με αμφισβητείς κάθε φορά που προσπαθώ να βγάλω άκρη; Μια με τον παπά και μια τώρα με το Στέργιο.
Αστυφύλακας: Από ένα φακό δεν βγάζεις συμπέρασμα. Είναι μόνο ένα στοιχείο.
Πρόεδρος: Μα μου περιέγραψε μια φιγούρα μες τη νύχτα ίδιον με αυτόν του Στέργιου. Δεύτερο στοιχείο.
Αστυφύλακας: Ποιος;
Πρόεδρος: Ο γιος του φούρναρη.
Αστυφύλακας: (μπαίνει μέσα ο Στέργιος με το γράμμα). Ευχαριστώ πολύ Στέργιο. Δεν θα σε χρειαστώ κάτι άλλο. Μπορείς να πηγαίνεις. (ο Στέργιος αποχωρεί). Ναι αλλά μου λες ότι και ο γιατρός έχει φακό. Γιατί να μην είναι εκείνος ο ύποπτος με αυτή τη λογική; Η εγώ η εσύ που έχουμε επίσης φακούς. (διαβάζει το γράμμα από μέσα του)
Πρόεδρος: Αυτό έλειπε να είμαστε και εμείς οι ύποπτοι. Ο Αντώνης δεν είναι σίγουρα, γιατί ο Γιώργης μου είπε μετά το καφενείο ότι ξενύχτησε στο σπίτι του για να είναι με τον κ. Ανέστη. Αλλά και που στα λέω άδικος ο κόπος. Σου τα εξηγώ τόσο καθαρά πως έγιναν και πάλι εσύ στον κόσμο σου. Με αμφισβητείς συνέχεια όταν προσπαθώ να βγάλω άκρη.
32
Αστυφύλακας: Να ρίξεις στάχτη στα μάτια μου προσπαθείς Ζαφείρη.
Πρόεδρος: Τι εννοείς;
Αστυφύλακας: Το πρωί μου κατηγόρησες ευθέως τον παπά, τον άγιο παπά μας, ότι έκλεψε την εικόνα. Σαν είδες ότι δεν είχαν βάση αυτά που έλεγες αναίρεσες την άποψή σου. Και τώρα βρίσκεσαι εδώ, ενώπιόν μου και κατηγορείς το βοηθό μου.
Πρόεδρος: Μου ζήτησες τη βοήθεια μου και στην έδωσα. Δεν ανέχομαι να με απαξιείς με αυτό τον τρόπο.
Αστυφύλακας: Αυτό που μου πρόσφερες δεν ήταν βοήθεια αλλά μια απατεωνιά.
Πρόεδρος: Απατεωνιά; Βαριά λέξη ξεστόμισες τώρα και θέλω να μου εξηγήσεις τι θες να πεις με αυτό.
Αστυφύλακας: Εσύ έκλεψες την εικόνα χθες βράδυ από το ναό.
Πρόεδρος: Τι είναι αυτά που λες; Πως τολμάς;
Αστυφύλακας: Ξέρεις ότι δεν φοβάμαι ακόμα και εσένα να συλλάβω αν σε θεωρώ ένοχο.
Πρόεδρος: Ποιος είσαι εσύ που θα κατηγορήσεις την κεφαλή του χωριού για κλοπή ιεράς εικόνας;
Αστυφύλακας: Είμαι τα μάτια και τα αυτιά αυτής της κεφαλής που βλέπουν και ακούν τα πάντα.
Πρόεδρος: Και γιατί δηλαδή να μην είσαι εσύ και να είμαι εγώ.
Αστυφύλακας: Κατηγόρησέ με τώρα, εδώ μπροστά μου.
Πρόεδρος: Αν χρειαστεί έχω την εξουσία να το κάνω, όμως τώρα δεν μπορώ.
Αστυφύλακας: Βλέπεις λοιπόν; Ποιος θα με κατηγορήσει εμένα;
Πρόεδρος: Γιατί εσύ τι έχεις να πεις για μένα;
Αστυφύλακας: Σου άρεσε το γλυκό Ζαφείρη;
Πρόεδρος: Ναι είπαμε. Αλλά δεν μου λέει κάτι αυτό;
Αστυφύλακας: Ο Κοσμάς μου το έστειλε. Ο δήμαρχος της πόλης. Σου λέει κάτι αυτό;
Πρόεδρος: Όχι. Γίνε πιο σαφής.
Αστυφύλακας: Πότε ειδωθήκατε τελευταία φορά με το δήμαρχο;
Πρόεδρος: Έχει λίγο καιρό.
Αστυφύλακας:Λες ψέματα πρόεδρε. Χθες πήγες στην πόλη και του μίλησες κρυφά. Μα κάποιος σας είδε. Και μπορώ να το αποδείξω άμα θες. Μίλησα και με τον
33
ίδιο το δήμαρχο πριν λίγο. Μου τα κόμπιαζε. Μου μιλούσε για την εικόνα λες και ένιωθε τύψεις ότι έκανε κάτι κακό. Και βέβαια έκανε. Σκάρωσε αυτό το φρικτό σχέδιο της αρπαγής της εικόνας μας. Και αν με ρωτήσεις για ποιο λόγο να έκανες κάτι τέτοιο η απάντηση είναι γνωστή και από όλους αποδεκτή. Γιατί είσαι φιλάργυρος Ζαφείρη. Όλοι στο χωριό το ξέρουμε αυτό. Ξέρω ότι ήσουν ικανός να δώσεις ότι πολυτιμότερο έχει αυτό το χωριό προκειμένου να κερδίσεις κάποια χρήματα. Ήξερες ότι δεν είχα βραδινή περιπολία χθες. Επειδή είσαι πρόεδρος, είσαι ο μόνος που ξέρεις και τα προγράμματα όλων των άλλων υπηρεσιών. Ήξερες ότι δεν θα ήμουν εγώ γι αυτό και έδρασες τότε. Θα μου πεις: «Αφού έχω κλειδιά από την εκκλησία, γιατί να σπάσω την πόρτα;» Για παραπλάνηση. Όπως όταν ήρθες εδώ που πρόδωσες μόνος τον εαυτό σου ότι έχεις φακό, μην και σε υποπτευθώ. Και δεν δίστασες ούτε τον παπά να κατηγορήσεις το πρωί μόνο και μόνο για να γλυτώσεις. Το πόδι σου δεν κουτσαίνει επειδή το στραμπούλιξες αλλά επειδή πάτησες την πρόκα από το πέταλο του αλόγου που είχες χθες βράδυ και είσαι τώρα ματωμένος. Λέγε, αρνείσαι τίποτα από αυτά που σου λέω;
Πρόεδρος: Και εσύ από που το σκαρφίστηκες όλο αυτό το παραμύθι;
Αστυφύλακας: Από το μυαλό μου.
Πρόεδρος: Και γιατί να σε πιστέψει κάποιος; Είμαι σίγουρος ότι μου έχεις στήσει παγίδα.
Αστυφύλακας: Ας διαβάσουμε λοιπόν αυτό το γράμμα και ας δούμε ποιος λέει την αλήθεια: (διαβάζει δυνατά το γράμμα). «Πρόεδρε, η συμφωνία χάλασε. Μην περιμένεις το ένα εκατομμύριο δραχμές για την εικόνα που πήρες από το ναό σας. Από ότι φαίνεται δεν έκλεψες την εικόνα αλλά το άλογό μου. Θα περιμένω μέχρι αύριο εξηγήσεις. Ο Δ.Κ.Σ. Ο δήμαρχος Κοσμάς Σωτηρίου». Ακόμα αρνείσαι αυτά που σου λέω;
Πρόεδρος: Πως τολμάς κι ανοίγεις ξένα γράμματα; Ξέρεις τι κακό μπορώ να σου κάνω άμα θέλω;
Αστυφύλακας: Έχω κάθε δικαίωμα να γνωρίζω όλες τις λεπτομέρειες οποιασδήποτε κίνησης θεωρώ ύποπτης.
Πρόεδρος: Δεν είναι για μένα το γράμμα. Έγινε λάθος.
Αστυφύλακας: Κοίτα Ζαφείρη. Δεν έχω την πολυτέλεια του χρόνου να ασχολούμαι μαζί σου. Σε εσένα απευθύνεται.
Πρόεδρος: Δεν είμαι εγώ.
34
Αστυφύλακας: Τότε δεν μπορείς να με κατηγορήσεις ότι άνοιξα ξένο γράμμα. Δεν σε ενδιαφέρει καθόλου. Εκτός και αν είναι δικό σου.
Πρόεδρος: (μη θέλοντας να το παραδεχτεί λέει σιγανά). Δεν είναι δικό μου.
Αστυφύλακας: Δικό σου είναι το γράμμα Ζαφείρη. Όπως δικός σου είναι κι αυτός ο σουγιάς, που σου έπεσε χθες βράδυ.
Πρόεδρος: (απελπισμένος). Σταμάτα επιτέλους.
Αστυφύλακας: Τό λόγο τώρα έχει η δικαιοσύνη. (του φορά χειροπέδες).
Πρόεδρος: Τί κάνεις Αστυφύλακα. Σε παρακαλώ λυπήσου με και μη με διασύρεις στο χωριό.
Αστυφύλακας: Πως έκανες κάτι τέτοιο αθεόφοβε;
Πρόεδρος: Δέν ξέρω! Δεν ξέρω!
Αστυφυλακας: Σε λίγο θα καλέσω να έρθει εδώ ο Διευθυντής Αστυνομίας της πόλεως.
Πρόεδρος: Λυπήσου με. Λυπήσου με, Λεωνίδα. Τι θα απογίνουν τα παιδιά μου; Πως θ’ αντικρύσω τη γυναίκα μου; Το χωριό; Χάθηκα!
Αστυφύλακας: Δέν γίνεται. Πρέπει να δώσω αναφορά στους προισταμένους μου.
Πρόεδρος: Μα υποσχέθηκες στον παπα Νικόλα να μη διασύρεις τον κλέφτη.
Αστυφύλακας: Ναί το είχα υποσχεθεί. Μα εσύ δεν ντράπηκες να διασύρεις τον πάτερ σαν κλέφτη σήμερα σ’ όλο το χωριό. Δεν σου αξίζει έλεος Ζαφείρη. Φυλακή σου αξίζει. Σε λίγο θα διατάξω να έρθουν να σε πάρουν με το περιπολικό.
Πρόεδρος: Λυπήσου με. Έλεος. Θα τρελλαθώ.
Αστυφύλακας: Δέν μπορώ να κάνω κάτι άλλο. Το θέμα έχει πάρει διαστάσεις. Και που την έχεις κρύψει την εικόνα;
Πρόεδρος: Στην αποθήκη έξω από το ξωκκλήσι του Προδρόμου. Αν θέλεις πάμε μαζί να στη δώσω.
Αστυφύλακας: Δέν χρειάζεται. Θα πάω μόνος μου, πριν σε δει όλο το χωριό με τις χειροπέδες στο περιπολικό. Μείνε εδώ μέχρι να γυρίσω. Απέξω φυλάει ο Σταύρος ο βοηθός μου. Πρέπει να επιστρέψω την εικόνα στη θέση της πριν βουίξει όλη η περιοχή.
Πρόεδρος: (Μένει μόνος του και μονολογεί). Τι έκανα ο χαμένος! Τι έκανα. Θε μου λυ-πήσου με. Θεέ μου! Θεέ μου, συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με! Συγχώρεσέ με… εγώ σου έκλεψα την εικόνα σου. Εγώ σε περιφρόνησα. Και συ γεν-νήθηκες μέσα σε μια βρώμικη φάτνη για μένα. Για μένα που είμαι τόσο ά-
35
θλιος. Άθλιος… άθλιος… ελεεινός! Αφού έφθασα να κλέψω την άγια εικό-να της Γεννήσεώς σου. Τυφλώθηκα Θε μου από το χρήμα. Κυνήγησα με λύσσα τα λεφτά, τα εκατομμύρια... Αναστάτωσα παραμονές Χριστουγέν-νων όλο το χωριό. Κι άφησα πίσω μου την καχυποψία και την διαίρεση. (μετά από μικρή παύση). Ξέχασα πως κι εγώ σαν ήμουνα παιδί προσκυ-νούσα με πίστη μεγάλη την εικόνα σου αυτή.... Ξέχασα πως σαν ήμουν δέκα χρονώ με γλύτωσες Θε μου από το θάνατο. Πως κατάντησα μετά έτσι. Πως έμπλεξα έτσι; Πως τα ξέχασα όλα; Όχι όχι! Πως να με συγχωρέσεις Θεέ μου. Δεν το αξίζω. Η φυλακή με περιμένει. Ο εξευτελισμός. (μικρή παύση) Μια ψυχή.... Μια ψυχή σκληρή και αλύγιστη είμαι Κύριε... Μία ψυχή, που το κακό μόνο κάνει χρόνια τώρα και που... τόλμησε να κλέψει την εικόνα σου... να κερδίσει μερικά καταραμένα χρήματα όπως ο Ιούδας. Ω Θε μου, πως μ’ ανέχεσαι τόσα χρόνια; Τι ήρθες να κάνεις σε τούτη τη βρώμικη γη; Ήρθες να σώσεις και μένα; Εμένα τον βλάσφημο, τον κλέφτη; Λυπήσου με Θε μου. Λυπήσου τη γυναίκα μου τα παιδιά μου. Σώσε από τα σίδερα. Κάν’το γι’ αυτούς, για τη γυναίκα μου, τα παιδιά μου. Πως θα μπορέσουν να μείνουν στο χωριό. Όλοι θα την βλέπουν και θα λένε: Η γυναίκα του κλέφτη. Τα παιδιά του ιερόσυλου. Θε μου... Το κρίμα μου θα τους ντρο-πιάζει σ όλη τους τη ζωή. Δεν φταίνε σε τίποτε αυτοί. Ούτε η γυναίκα μου. Αυτή είναι αγία γυναίκα. Δεν την άξιζα. Ολημερίς προσεύχεται. Κι ανάβει καθε σπερινό τα καντήλια του Αηλιά. Στην εκκλησία πρώτη τις Κυριακές. Στις καλοσύνες άφθαστη. Πως θα με δει στα σίδερα; Πως θα ζήσει δίχως δουλειά; Τι θα απογίνουν τα παιδιά μου. Κι είναι καλά τα παιδιά μου. Πρώτα στην εκκλησιά σαν την μάνα τους. Και σχολειό πρωτεύουν. Καθόλου δε μου μοιασαν. Φτυστά σαν τη μάνα τους. Λυπήσου τα Θε μου. Λυπήσου τα... Λυπήσου και μένα. Ήμαρτον... Ήμαρτον Κύριε...
Αστυφύλακας: Έλα Ζαφείρη. Ήρθε η ώρα να πληρώσεις. Όχι. Όχι δεν θα ρθει ακόμη το περιπολικό. Σκέφθηκα πιο φρόνιμο να κρένει πρώτα το κρίμα σου ο παπάς. Ο παπάς που συκοφάντησες. Ο άγιος παπάς μας. Πάμε στην εκκλησιά. Η ώρα της κρίσεως έφθασε για σένα. Ο,τι πει αυτός, αυτό θα γένει.
36
ΣΚΗΝΗ 5η: ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ
ΠΡΟΣΩΠΑ: Αστυφύλακας, Πρόεδρος, π. Νικόλας, Δάσκαλος, Γιατρός, Στέργιος, Γιώρ-γης, Γρηγοράκης, Γιωργάκης, Χρηστάκης, Θανάσης, Λάμπρος, Δημήτρης, Ανδρέας, Κωστάκης,
Αστυφύλακας: Την ευχή σου πάτερ Νικόλα.
π. Νικόλας: Την ευχή του Κυρίου να έχεις τέκνο μου.
Αστυφύλακας: Σου είχα υποσχεθεί κάτι εχθές το πρωί και τήρησα την υπόσχεσή μου.
π. Νικόλας: (ανακουφισμένος). Σε ευχαριστώ πολύ παιδί μου. Έχει φύγει ένα βάρος από πάνω μου. Δεν έχω κοιμηθεί σχεδόν καθόλου. Για μένα αυτό είναι ένα θαύμα των Χριστουγέννων.
Αστυφύλακας: Εντύπωση μου προκαλεί που δεν θες να μάθεις ποιος ήταν ο κλέφτης.
π. Νικόλας: Δεν χρειάζεται Λεωνίδα. Όποιος και να το έκανε σημασία έχει να μετανό-ησε για αυτό που έκανε.
Πρόεδρος: (μπαίνει ο πρόεδρος, τους διακόπτει και λέει). Πάτερ, εγώ είμαι ο ένοχος. Εγώ ο άθλιος και ελεεινός. Συγχώρεσέ με.
Αστυφύλακας: Καλύτερα να σας αφήσω να τα πείτε. Πάω να βοηθήσω έξω τον Ανδρέα με τα ξύλα. Πρέπει να ζεστάνουμε το ναό μας.
Πρόεδρος: Παπά-Νικόλα, συγχώρεσέ με.
π. Νικόλας: Έλα παιδί μου.
Πρόεδρος: (ταραγμένος). Αμάρτησα πάτερ, στο Θεό και στους ανθρώπους. Το πάθος μου για τα χρήματα με τύφλωσε. Δεν δίστασα να βεβηλώσω ότι πολυτιμό-τερο έχει το χωριό μας. Εγώ πάτερ έκλεψα χθες βράδυ την εικόνα από το ναό και εγώ έσπασα την πόρτα. Συγχώρεσε με.
(κλείνουν τα φώτα και η σκηνή γεμίζει με τους χωριανούς.)
37
Αφηγητής: Μετά τη χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία ο ιερέας του χωριού απευθύνει δυο λόγια στους συγχωριανούς του.
π. Νικόλας: Παιδιά μου και αδέλφια μου, σήμερα γεννήθηκε ο Σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός. Και ήρθε στη Γη για να φέρει τη χαρά και την ελπίδα, τη μετάνοια και τη σωτηρία μας. Σήμερα ο Θεός κατέβηκε στη γη μας. Οι Άγγελοι χαίρο-νται μαζί με μας! Ο παράδεισος άνοιξε για όλους μας! Ας μην σταθεί λοιπόν κανένα εμπόδιο και δεν μας αφήσει να ζήσουμε αυτή τη χαρά, τη χαρά των αγγέλων, τη χαρά των ποιμένων, τη χαρά του Θεού. Σήμερα μαζί με τους βοσκούς και τους μάγους να ευχαριστήσουμε από τα βάθη της καρδιάς μας τον νεογέννητο Κύριο που ήλθε στη γη μας και στη ζωή μας! Και να του προσφέρουμε τα ωραιότερα δώρα μας: τα δάκρυά μας, τη μετάνοιά μας, τις αμαρτίες μας! Δείχνοντας αγάπη σ όλους τους αδελφούς μας. Συγχωρώντας μέσα από την καρδιά μας όλους τους συγχωριανούς μας. Διατηρώντας την καρδιά μας καθαρή κι αγνή, χωρίς πάθη, μίση και κακίες. Έτσι θα έχουμε μόνιμα μέσα μας αυτή τη μεγάλη χαρά που ζήσαμε σήμερα στην εκκλησιά μας. Αλλά και στα σπίτια μας και στις καρδιές μας απόψε ας γιορτάσουμε όλοι μαζί αγαπημένοι και μετανοημένοι αληθινά Χριστούγεννα. Καλά Χριστούγεννα.
(Ένας - ένας προσκυνούν την εικόνα και αποχωρούν από τη σκηνή χαρούμενοι και αγκα-λιασμένοι, ευχόμενοι "Χρόνια Πολλά". Μένει ο αστυφύλακας με τον πρόεδρο, οι οποίοι αφού φιλήσουν και το χέρι του ιερέα αγκαλιάζονται και αποχωρούν χαρούμενοι από την σκηνή με τον ιερέα να τους ευλογεί από πίσω.)
ΑΥΛΑΙΑ
ΤΕΛΟΣ

footer


Δημιουργία ιστοτόπου ΑΔΑΜ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ